Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2014

“Στην Προκυμαία της Σμύρνης” – Η Μικρασιατική Καταστροφή όπως την έζησε και την κατέγραψε ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ

Δημοσιεύθηκε: 17 Σεπτεμβρίου 2014 Κατηγορίες: Επιστήμες, Τέχνες & Πολιτισμός
cf83cebccf85cf81cebdceb7
Γεννήθηκε στις ΗΠΑ το 1899. Μόλις 20 χρονών διετέλεσε πολεμικός ανταποκριτής της «Τορόντο Σταρ» στην Ευρώπη και περιέγραψε τη Μικρασιατική Καταστροφή. Το 1925 εκδίδει το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο του «Στην εποχή μας» με πρώτο διήγημα το διήγημα «Στην προκυμαία της Σμύρνης».
Χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τις πύρινες ανταποκρίσεις και λογοτεχνικά κείμενα του νομπελίστα συγγραφέα Έρνεστ Χεμινγουέι, που σχετίζονται με τη Μικρασιατική καταστροφή, παρουσιάζονται στο τελευταία τεύχος του περιοδικού «Ελληνική Διασπορά» του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Το χειρότερο, είπε, ήταν οι γυναίκες με τα νεκρά παιδιά. Δε μπορούσαμε να τις πείσουμε να μας δώσουν τα πεθαμένα παιδιά τους. Είχαν τα παιδιά τους, νεκρά ακόμα και έξι μέρες, αλλά δεν τα εγκατέλειπαν. Δε μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Τελικά έπρεπε να τους τα πάρουμε με τη βία.»
(Από τη συλλογή διηγημάτων του με το γενικό τίτλο «Στην προκυμαία της Σμύρνης»).
Με παραπάνω λόγια κάποιος ήρωας του Χεμινγουέι, που υποτίθεται ότι ήταν αξιωματούχος πολεμικού πλοίου των ΗΠΑ αγκυροβολημένου στη Σμύρνη, περιγράφει τη μεγάλη καταστροφή. Το απόσπασμα είναι από το πρώτο λογοτεχνικό κείμενο που εξέδωσε ο αμερικανός συγγραφέας το 1925, μόλις 26 χρονών τότε, και με το οποίο άρχισε να αποκτά παγκόσμια φήμη. Πρόκειται για τη συλλογή διηγημάτων του «Στην εποχή μας» (In Our Times), όπου το πρώτο του διήγημα, ουσιαστικά ο πρόλογος του βιβλίου, έχει τον τίτλο «Στην προκυμαία της Σμύρνης».
Όσο κι αν μιλάμε για διήγημα, ο συγγραφέας δεν γράφει από απλή φαντασία. Μόλις πριν τρία χρόνια ως ανταποκριτής της καναδικής εφημερίδας “Toronto Star” ο Χεμινγουέι είχε βρεθεί ο ίδιος στον τόπο της καταστροφής και την είχε περιγράψει σε μια σειρά άρθρων του, που εκδόθηκαν το 1985 σε βιβλίο με τον τίτλο: «Dateline: Toronto”.
Ως ανταποκριτής αυτής της εφημερίδας είχε ταξιδέψει από το Παρίσι στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλα μέρη της Τουρκίας στέλνοντας κατά την πορεία του τα άρθρα του στην καναδική εφημερίδα.
Στην έκδοση της 20ής Οκτωβρίου 1922 γράφει:
«Ο άντρας σκεπάζει με μια κουβέρτα την ετοιμόγεννη γυναίκα του πάνω στον αραμπά για την προφυλάξει από τη βροχή. Εκείνη είναι το μόνο πρόσωπο που βγάζει κάποιους ήχους [από τους πόνους της γέννας]. Η μικρή κόρη τους την κοιτάζει με τρόμο και βάζει τα κλάματα. Και η πομπή προχωρά… Δεν ξέρω πόσο χρόνο θα πάρει αυτό το γράμμα να φτάσει στο Τορόντο, αλλά όταν εσείς οι αναγνώστες της Σταρ το διαβάσετε να είστε σίγουροι ότι η ίδια τρομακτική, βάναυση πορεία ενός λαού που ξεριζώθηκε από τον τόπο του θα συνεχίζει να τρεκλίζει στον ατέλειωτο λασπωμένο δρόμο προς τη Μακεδονία».
Τα λόγια αυτά δεν είναι γραμμένα από κάποιον που πρώτη φορά αντικρίζει τη φρίκη του πολέμου. Ο νεαρός Χεμινγουέι είχε ζητήσει να καταταγεί ως εθελοντής στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά δεν έγινε δεκτός λόγω της κακής όρασής του. Αυτό δεν τον εμπόδισε να γίνει εθελοντής νοσοκόμος, να τραυματιστεί σοβαρά δυο φορές στην Αυστρία και τελικά να αποσυρθεί αφού τιμήθηκε με το βραβείο ανδρείας. Κι αυτά πριν να βρεθεί στην Τουρκία ως πολεμικός ανταποκριτής της Toronto Star, μόλις 23 χρονών.
Μέσα από το λογοτεχνικό του ταλέντο, που φανερώθηκε μέσα στα επόμενα χρόνια, ο συγγραφέας δίνει συγκλονιστικές περιγραφές μιας περιόδου που έχει σημαδέψει την ψυχή του Νεοέλληνα, μ’ όλο που κοντεύει να περάσει σχεδόν ένας αιώνας από τότε.
Σ’ ένα από τα κείμενα αυτά, στο οποίο αναφερθήκαμε ήδη, «Στην προκυμαία της Σμύρνης», που θεωρείται αριστούργημα γραφής και διδάσκεται, καθώς είδαμε στο Ιντερνέτ, στους φοιτητές αγγλικής φιλολογίας σε πολλά πανεπιστήμια, γράφει:
«Είχαμε ρητές εντολές να μην επέμβουμε, να μη βοηθήσουμε… Το πλοίο μας είχε τόση δύναμη που θα μπορούσαμε να βομβαρδίσουμε όλη τη Σμύρνη και να σταματήσουμε το μακελειό, αλλά η εντολή ήταν να μην κάνουμε τίποτα… Το παράξενο ήταν, είπε [ο υποτιθέμενος αξιωματούχος του αμερικάνικου πολεμικού που διηγείται την ιστορία], πώς ούρλιαζαν κάθε νύχτα τα μεσάνυχτα. Δεν ξέρω γιατί ούρλιαζαν αυτή την ώρα. Ήμασταν στο λιμάνι κι αυτές στην προκυμαία και τα μεσάνυχτα άρχιζαν να ουρλιάζουν. Στρέφαμε πάνω τους τους προβολείς και κι αυτές τότε σταματούσαν. …».
Ο Χεμινγουέι ως πολεμικός ανταποκριτής είναι πιο σαφής. Ξέρει ότι 1.250.000 Έλληνες διώχτηκαν από τα σπίτια τους με την ανταλλαγή των πληθυσμών: «Ό,τι και να πει κανείς για το πρόβλημα των προσφύγων στην Ελλάδα δεν πρόκειται να είναι υπερβολή. Ένα φτωχό κράτος με μόλις 4 εκατομμύρια πληθυσμό πρέπει να φροντίσει για άλλο ένα τρίτο των κατοίκων. Και τα σπίτια που άφησαν οι Μουσουλμάνοι που έφυγαν δεν επαρκούν σε τίποτα, χώρια η διαφορά στο επίπεδο κουλτούρας που είχαν συνηθίσει οι Έλληνες στην Κωνσταντινούπολη».
Σε μια άλλη ανταπόκρισή του στη «Σταρ» γράφει:
«Βρίσκομαι σε ένα άνετο τρένο, αλλά με τη φρίκη της εκκένωσης της Θράκης, όλα μου φαίνονται απίστευτα. Έστειλα τηλεγράφημα στη «Σταρ» από την Αδριανούπολη. Δεν χρειάζεται να το επαναλάβω. Η εκκένωση συνεχίζεται…. Ψιχάλιζε. Στην άκρη του λασπόδρομου έβλεπα την ατέλειωτη πορεία της ανθρωπότητας να κινείται αργά στην Αδριανούπολη και μετά να χωρίζεται σ’ αυτούς που πήγαιναν στη Δυτική Θράκη και τη Μακεδονία. .. Δε μπορούσα να βγάλω από το νου μου τους άμοιρους ανθρώπους που βρίσκονταν στην πομπή γιατί είχα δει τρομερά πράγματα σε μια μόνο μέρα. Η ξενοδόχισσα προσπάθησε να με παρηγορήσει με μια τρομερή τούρκικη παροικία: «Δε φταίει μόνο το τσεκούρι, φταίει και το δέντρο». (Toronto Star, 14 Νοέμβρη 1922)
«Η υποχώρηση του ελληνικού στρατού ήταν μια θλιβερή υπόθεση, αλλά δε χρειάζεται να κατηγορούμε γι’ αυτό τον απλό Έλληνα φαντάρο. Ακόμα και όταν γινόταν εκκενώσεις περιοχών οι Έλληνες δρούσαν ως πραγματικοί στρατιώτες. Ο Κεμάλ θα είχε μεγάλο πρόβλημα αν ήταν να τους αντιμετωπίσει στη Θράκη. Ο λοχαγός Wittal του Ινδικού Ιππικού, που βρισκόταν στην Ανατόλια ως παρατηρητής κατά τη διάρκεια του πολέμου των Ελλήνων με τον Κεμάλ, μου είπε: «Οι Έλληνες στρατιώτες ήταν μαχητές πρώτης κατηγορίας. Οι αξιωματικοί τους ήταν άριστοι…. Θα μπορούσαν να έχουν καταλάβει την Άγκυρα και να τελειώσουν τον πόλεμο αν δεν είχαν προδοθεί». Κατά τον Χεμινγουέι η προδοσία αυτή πήγασε και από τους συμμάχους, αλλά και από τον βασιλιά Κωνσταντίνο που αντικατέστησε τους έμπειρους –αλλά βενιζελικούς- αξιωματικούς, με δικούς του «που ποτέ δεν είχαν ακούσει τον κρότο της μάχης». Και τελειώνει με μια πρόταση που δεν θα την έγραφε ποτέ ένας απλός δημοσιογράφος αν δεν είχε μέσα του το ταλέντο του μεγάλου νομπελίστα συγγραφέα: «Όλη μέρα περνούν δίπλα μου, λεροί, εξαντλημένοι, αξύριστοι, ανεμοδαρμένοι στρατιώτες που βαδίζουν στη γκρίζα γυμνή ύπαιθρο της Θράκης. Χωρίς μπάντες, χωρίς [ανθρωπιστικές] οργανώσεις να τους ανακουφίσουν, χωρίς τόπο να ξαποστάσουν, παρά γεμάτοι ψείρες, με βρώμικες κουβέρτες και κουνούπια όλη τη νύχτα. Είναι οι τελευταίοι από αυτό που ήταν κάποτε η δόξα της Ελλάδας. Κι αυτό είναι το τέλος της δεύτερης πολιορκίας της Τροίας» (Toronto Star, 3 Νοεμβρίου 1922).
Μπορεί ο συγγραφέας να ήταν σκληραγωγημένος και από τη φύση του (πλην των άλλων ήταν και μποξέρ) ή από τη ζωή του ως πολεμικός ανταποκριτής, αλλά δε μπορεί αν μη συγκινηθεί με τόσο πόνο. Χρόνια αργότερα, αφού είχε καλύψει δημοσιογραφικά και τον εμφύλιο πόλεμο στην Ισπανία, μιλώντας μέσα από το στόμα ενός ήρωά του γράφει:
«Δε θέλω να κοιμηθώ γιατί έχω τη προαίσθηση ότι αν κλείσω τα μάτια μου στο σκοτάδι και αφεθώ στον εαυτό μου, η ψυχή μου θα βγει από το σώμα».
Σε ένα από τελευταία του άρθρα από την Τουρκία στην Τορόντο Σταρ γράφει:
«Ποιος θα θρέψει τόσο πληθυσμό; Κανένας δεν το ξέρει και μέσα στα επόμενα χρόνια ο χριστιανικός κόσμος θα ακούει μια σπαρακτική κραυγή που ελπίζω να φτάσει και ως τον Καναδά: «Μην ξεχνάτε τους Έλληνες!».
Μόλις πριν από λίγο καιρό η διεθνής «Οργάνωση των Ακαδημαϊκών για τις Γενοκτονίες» αναγνώρισε ως γενοκτονία όχι μόνο αυτή των Ποντίων αλλά και των Ελλήνων της Ανατολίας.
Η κραυγή του Χεμινγουέι έχει επί τέλους φτάσει όχι μόνο στον Καναδά, αλλά και σε όλο τον κόσμο.
του Χρήστου Μαγγούτα
• Λίγα λόγια για τον Έρνεστ Χεμινγουέι
Ο Έρνεστ Χεμινγουέι γεννήθηκε στις ΗΠΑ το 1899. Υπηρέτησε ως εθελοντής νοσοκόμος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο όπου και τραυματίστηκε βαριά. Μόλις 20 χρονών διετέλεσε πολεμικός ανταποκριτής της «Τορόντο Σταρ» στην Ευρώπη και περιέγραψε τη Μικρασιατική Καταστροφή. Το 1925 εκδίδει το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο του «Στην εποχή μας» με πρώτο διήγημα το διήγημα «Στην προκυμαία της Σμύρνης».
Το 1929 εκδίδει το μυθιστόρημα «Αποχαιρετισμός στα όπλα» που γίνεται παγκόσμια επιτυχία. Το 1933 κυκλοφορεί η συλλογή διηγημάτων του «Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρου». Το 1940 δημοσιεύεται το βιβλίο του «Για ποιον χτυπάει η καμπάνα». Όλα αυτά τα έργα του γυρίστηκαν σε ταινίες, με το τελευταίο να αποσπά βραβείο Όσκαρ ηθοποιίας η Κατίνα Παξινού. Το 1952 εκδίδει το μυθιστόρημα «Ο γέρος και η θάλασσα». Το 1954 τιμάται με το βραβείο Νόμπελ για τη λογοτεχνία. Το 1961, σε ηλικία μόνο 62 χρονών, αποφασίζει ο ίδιος να δώσει τέλος στην πολυτάραχη ζωή του. (Το άρθρο μας αυτό στηρίχτηκε κυρίως στα βιβλία του «Dateline: Toronto”, 1985, “In Our Times”, 1925 και «On the Quai at Smyrna”, 1995).
Πηγές:palmografos.com-  fdathanasiou-parakatathiki.blogspot.gr

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

1814-2014: 200 Χρόνια από την Ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας

Δημοσιεύθηκε: 15 Σεπτεμβρίου 2014 Κατηγορίες: Επιστήμες, Τέχνες & Πολιτισμός
εικ. «Σκουφάς, Τσακάλωφ και Ξάνθος ορκίζονται, Η ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας (μουσείο κέρινων ομοιωμάτων Π. Βρέλλη)»
εικ. «Σκουφάς, Τσακάλωφ και Ξάνθος ορκίζονται,
Η ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας (μουσείο κέρινων ομοιωμάτων Π. Βρέλλη)»

1814-2014: 200 Χρόνια από την Ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας
Επιμέλεια Αφιερώματος: Σοφία Ντρέκου/Αέναη επΑνάσταση
Σήμερα, Ανήμερα της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού 14 Σεπτεμβρίου 2014, κλείνουν 200 χρόνια πού το 1814 ο Νικόλαος Σκουφάς, από το Κομπότι τής Άρτας, ο Εμμανουήλ Ξάνθος από την Πάτμο και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ από τα Ιωάννινα, ιδρύουν στην Οδησσό τη Φιλική Εταιρεία.
Σαν σήμερα. Περάσαν δυο αιώνες από την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας. Ιστορικό παράδειγμα αιώνιας ισχύος που αποδεικνύει πως για να γυρίσει ο ιστορικός τροχός δεν ειναι απαραίτητες τόσο οι συνθήκες όσο η ύπαρξη νοήματος κι οράματος έστω και κόντρα στους άνεμους των Καιρών. Επίκαιρο όσο ποτέ το παράδειγμα. Ας ευχηθούμε την ιστορική επανάληψη του. Δόξα και τιμή στους Φιλικούς μας. Ελαφρύ το χώμα των εργατών της λευτεριάς του Νέου Ελληνισμού.
Η Φιλική Εταιρεία ήταν η σημαντικότερη από τις μυστικές οργανώσεις που σχηματίστηκαν για την προετοιμασία επανάστασης για την απελευθέρωση των Ελλήνων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό, και σύμφωνα από τους παλαιότερους ιστορικούς, από τον Εμμανουήλ Ξάνθο, το Νικόλαο Σκουφά, Αθανάσιο Τσακάλωφ.
Τέταρτο μέλος της, μυήθηκε ο Αντώνιος Κομιζόπουλος από τη Φιλιππούπολη. Επίσης από τα πρώτα μέλη που μυήθηκαν ήταν και ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος (και μάλιστα κατά ορισμένες πηγές συνιδρυτής, πριν τον Ξάνθο που μυήθηκε αργότερα).
Οι Φιλικοί αφού μυούνταν στην Εταιρεία έδιναν όρκο πίστης και επικοινωνούσαν με κώδικες, ψευδώνυμα και συνθηματικές λέξεις.
«Ο μυστικός χαρακτήρας της εξηγεί εν μέρει τον περιορισμένο και αμφίσημο χαρακτήρα των τεκμηρίων που άφησε πίσω της.»
1814-2014-200-xronia-apo-tin-idrysi-tis-filikis-etaireias«Aenai-EpAnastasi.
ΟΡΚΟΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
«Ορκίζομαι ενώπιον του αληθινού Θεού, ότι θέλω είμαι επί ζωής μου πιστός εις την Εταιρείαν κατά πάντα. Να φανερώσω το παραμικρόν από τα σημεία και τους λόγους της, μήτε να σταθώ κατ’ ουδένα λόγον ή αφορμή του να καταλάβωσι άλλοι ποτέ, ότι γνωρίζω τι περί τούτων, μήτε εις συγγενείς μου, μήτε εις πνευματικόν ή φίλον μου.
Ορκίζομαι ότι εις το εξής δεν θέλω έμβει εις καμμίαν εταιρείαν, οποία και αν είναι, μήτε εις κανέναν δεσμόν υποχρεωτικόν. Και μάλιστα, οποιονδήποτε δεσμόν αν είχα, και τον πλέον αδιάφορον ως προς την Εταιρείαν, θέλω τον νομίζει ως ουδέν.
Ορκίζομαι ότι θέλω τρέφει εις την καρδίαν μου αδιάλλακτον μίσος εναντίον των τυράννων της πατρίδος μου, των οπαδών και των ομοφρόνων με τούτους, θέλω ενεργεί κατά πάντα τρόπον προς βλάβην και αυτόν τον παντελή όλεθρόν των, όταν η περίστασις το συγχωρήσει.
Ορκίζομαι να μη μεταχειριστώ ποτέ βίαν δια να αναγνωρισθώ με κανένα συνάδελφον, προσέχων εξ εναντίας με την μεγαλυτέραν επιμέλειαν να μην λανθασθώ κατά τούτο, γενόμενος αίτιος ακολούθου τινός συμβάντος, με κανένα συνάδελφον.
Ορκίζομαι να συντρέχω, όπου εύρω τινά συνάδελφον, με όλην την δύναμιν και την κατάστασίν μου. Να προσφέρω εις αυτόν σέβας και υπακοήν, αν είναι μεγαλύτερος εις τον βαθμόν και αν έτυχε πρότερον εχθρός μου, τόσον περισσότερον να τον αγαπώ και να τον συντρέχω, καθ΄όσον η έχθρα μου ήθελεν είναι μεγαλυτέρα.
Ορκίζομαι ότι καθώς εγώ παρεδέχθην εις Εταιρείαν, να δέχομαι παρομοίως άλλον αδελφόν, μεταχειριζόμενος πάντα τρόπον και όλην την κανονιζομένην άργητα, εωσού τον γνωρίσω Έλληνα αληθή, θερμόν υπερασπιστήν της πατρίδος, άνθρωπον ενάρετον και άξιον όχι μόνον να φυλάττη το μυστικόν, αλλά να κατηχήση και άλλον ορθού φρονήματος.
Ορκίζομαι να μην ωφελώμαι κατ’ ουδένα τρόπον από τα χρήματα της Εταιρείας, θεωρών αυτά ως ιερό πράγμα και ενέχυρον ανήκον εις όλον το Έθνος μου. Να προφυλάττωμαι παρομοίως και εις τα λαμβανόμενα εσφραγισμένα γράμματα.
Ορκίζομαι να μην ερωτώ κανένα των Φιλικών με περιέργειαν, δια να μάθω οποίος τον εδέχθη εις την Εταιρείαν. Κατά τούτο δε μήτε εγώ να φανερώσω, ή να δώσω αφορμήν εις τούτον να καταλάβη, ποίος με παρεδέχθη. Να αποκρίνομαι μάλιστα άγνοιαν, αν γνωρίζω το σημείον εις το εφοδιαστικόν τινός.
Ορκίζομαι να προσέχω πάντοτε εις την διαγωγήν μου, να είμαι ενάρετος. Να ευλαβώμαι την θρησκείαν μου, χωρίς να καταφρονώ τας ξένας. Να δίδω πάντοτε το καλόν παράδειγμα. Να συμβουλεύω και να συντρέχω τον ασθενή, τον δυστυχή και τον αδύνατον. Να σέβομαι την διοίκησιν, τα έθιμα, τα κριτήρια και τους διοικητάς του τόπου, εις τον οποίον διατριβώ.
Τέλος πάντων ορκίζομαι εις Σε, ω ιερά πλην τρισάθλια Πατρίς! Ορκίζομαι εις τας πολυχρονίους βασάνους Σου. Ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα τα οποία τόσους αιώνας έχυσαν και χύνουν τα ταλαίπωρα τέκνα Σου, εις τα ίδια μου δάκρυα, χυνόμενα κατά ταύτην την στιγμήν, και εις την μέλλουσαν ελευθερίαν των ομογενών μου ότι αφιερώνομαι όλως εις Σε. Εις το εξής συ θέλεις είσαι η αιτία και ο σκοπός των διαλογισμών μου.
Το όνομά σου ο οδηγός των πράξεών μου, και η ευτυχία Σου η ανταμοιβή των κόπων μου. Η θεία δικαιοσύνη ας εξαντλήσει επάνω εις την κεφαλήν μου όλους τους κεραυνούς της, το όνομά μου να είναι εις αποστροφήν, και το υποκείμενόν μου το αντικείμενον της κατάρας και του αναθέματος των Ομογενών μου, αν ίσως λησμονήσω εις μίαν στιγμήν τας δυστυχίας των και δεν εκπληρώσω το χρέος μου. Τέλος ο θάνατός μου ας είναι η άφευκτος τιμωρία του αμαρτήματός μου, δια να μη λησμονώ την αγνότητα της Εταιρείας με την συμμετοχήν μου».
ΒΙΝΤΕΟ: «1821 Ο όρκος της Φιλικής Εταιρίας.»
Ο όρκος της συνέχειας
Ν. Λυγερός
Δεν πρόκειται 14/09/2014
να ξεχάσω 1814
ότι το πιο σημαντικό +200
είναι η απελευθέρωση χρόνια
του Ελληνισμού ελευθερίας
κι ότι κάθε εμπόδιο
δίνει μεγαλύτερη
αξία στον αγώνα
κατά συνέπεια
ακόμα και μόνος
θα συνεχίσω
το έργο των Φιλικών
γιατί είναι
το πρέπον
για την Ανθρωπότητα
και το Χρόνο
λόγω των δεσμών.
Πηγή: «Ο Μεγάλος Όρκος» Επιμέλεια: Σοφία Ντρέκου/Νίκος Λυγερός Ποίηση και Λόγοι
ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
200 χρόνια από την ίδρυσή της
Οι Φιλικοί μπορεί να μην κατάφεραν να υλοποιήσουν το όραμά τους,
όμως κατάφεραν να ανοίξουν τον ασκό του Αιόλου στην επικράτεια των Οθωμανών
Σύμφωνα με τους ιστορικούς που ασχολήθηκαν με τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό της Νέας Ρωσίας (έτσι ονομάζονταν τότε οι περιοχές που είχαν ενσωματωθεί στη Ρωσική Αυτοκρατορία στο τέλος του 18ου αιώνα) μια μυστική εταιρεία για να προετοιμάσει την ελληνική αντιαπολυταρχική εξέγερση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ξυλογραφία με τους ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας, Τσακάλωφ, Σκουφά και Ξάνθο
Ξυλογραφία με τους ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας, Τσακάλωφ, Σκουφά και Ξάνθο
Ιδρυτές της θεωρούνται οι Εμμανουήλ Ξάνθος, Νικόλαος Σκουφάς και Αθανάσιος Τσακάλωφ. Στη συνέχεια μυήθηκε ο Αντώνιος Κομιζόπουλος από τη Φιλιππούπολη και αργότερα ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος. Η ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας υπήρξε αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας οργάνωσης των πλέον ανήσυχων ατόμων της ελληνικής Διασποράς.
Λίγα χρόνια πριν είχε ιδρυθεί στο Παρίσι το Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον, μέλος του οποίου υπήρξε ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, ο οποίος αργότερα θα πρωτοστατήσει στην ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας. Το Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον βάσιζε τις πολιτικές του επιδιώξεις στην πολιτική του Ναπολέοντα. Ακολουθούσε τους κανόνες των καρμπονάρων και των ελευθεροτεκτόνων και είχε υιοθετήσει το μυστικό όρκο με τον οποίο δεσμεύονταν τα μέλη του.
Ριζοσπάστες κατά «ρεφορμιστών»
Η ήττα του Ναπολέοντα οδήγησε στο μαρασμό του Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου. Η επόμενη προσπάθεια της μάλλον αγγλόφιλης «Φιλομούσου Εταιρείας» των Αθηνών θα είναι εξαιρετικά περιορισμένη σε κύκλους κάποιων λίγων διανοουμένων και ποτέ δεν θα καταφέρει να αποκτήσει λαϊκό έρεισμα στην -κυρίως αλβανόφωνη- κωμόπολη που ήταν τότε η οθωμανική Αθήνα.
Σύμφωνα με τις αναφορές του Φιλικού και ιερολοχίτη Π. Καλεβρά, πρέπει να υπήρχαν και άλλες μυστικές οργανώσεις, όπως η «Εταιρεία του Λέοντος» και η «Εταιρεία του Φοίνικος», που στόχευαν στην απελευθέρωση των Ελλήνων. Εχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον ότι εκείνη την πρώιμη περίοδο εμφανίζονται οι διαφορετικές στρατηγικές, που θα ακολουθήσουν το εγχείρημα της Απελευθέρωσης στους επόμενους δύο αιώνες, ώς την τελική του στιγμή, που δεν είναι άλλη από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Έτσι λοιπόν, ο Καλεβράς αποκαλύπτει ότι η «εταιρεία επιλεγομένη του Λέοντος» θεωρούσε ότι η απελευθέρωση των Ελλήνων θα επιτευχθεί με την «ευδαιμονία των εν Τουρκία χριστιανών». Αυτή η θεώρηση είχε προκαλέσει την μήνιν των μελών του «Φοίνικος», οι οποίοι τη χαρακτήρισαν «επιβλαβήν και καταχθόνιον». Επηρεασμένοι και ριζοσπαστικοποιημένοι από τους καρμπονάρους επαναστάτες, τα μέλη του Φοίνικα επαγγέλλονταν τη βίαιη επανάσταση και όχι τη βαθμιαία απόκτηση ισχύος εντός των οθωμανικών δομών. Μέλη του Φοίνικα υπήρξαν ο Ν. Σκουφάς και ο Εμμ. Ξάνθος, οι οποίοι με τη μετάβασή τους στην Οδησσό θα συμβάλουν στη δημιουργία της Φιλικής Εταιρείας.
Η εφαρμογή
Οι επιπτώσεις της κοσμοαντίληψης των Φιλικών επί της ιστορίας της Εγγύς Ανατολής και των Βαλκανίων θα είναι συντριπτική. Μπορεί να μην κατάφεραν να υλοποιήσουν το όραμά τους. Μπορεί να είδαν στο τέλος της επαναστατικής διαδικασίας -που οργάνωσε και πυροδότησε το 1821- το όραμα να λαμβάνει σάρκα και οστά μόνο στο βαλκανικό Νότο, ως ένα κακέκτυπο των αρχικών τους επιδιώξεων. Όμως κατάφεραν να ανοίξουν τον ασκό του Αιόλου στην υπό απολυταρχικό ισλαμικό έλεγχο επικράτεια των Οθωμανών. Η εποχή της μετάβασης από τη θεοκρατική ισλαμική απολυταρχία στα έθνη-κράτη του δυτικού Διαφωτισμού είχε αρχίσει.
*ΒΛΑΣΗΣ ΑΓΤΖΙΔΗΣ, Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός,
ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
ΟΔΗΣΣΟΣ: Εδώ γιορτάζουν κάθε χρόνο την 25η Μαρτίου
Της ΛΙΑΣ ΒΑΛΑΤΑ-ΤΣΙΑΜΑ*
Η Οδησσός είναι η πόλη που ίδρυσε, το 1794, η Αικατερίνη η Μεγάλη, αμέσως μετά την ανακατάληψη των περιοχών που βρίσκονταν για αιώνες κάτω από οθωμανική κυριαρχία.
Η Οδησσός οφείλει πολλά στον εθνικό μας ευεργέτη και μαικήνα Γρηγόριο Μαρασλή
Η Οδησσός οφείλει πολλά στον εθνικό μας ευεργέτη και μαικήνα Γρηγόριο Μαρασλή
Κτισμένη με βάση τα πρότυπα του ευρωπαϊκού νεοκλασικισμού, με τη βοήθεια του πρώτου κυβερνήτη της, Γάλλου δούκα Ρισελιέ (1803-1814), η Οδησσός, χάρη στη γεωγραφική της θέση στις εκβολές του Δνείστερου στον Εύξεινο Πόντο, δεν άργησε να γίνει το δεύτερο μεγάλο λιμάνι, μετά την Αγία Πετρούπολη, και η τρίτη σε πληθυσμό πόλη της Ρωσίας. Σημαντικότατο ρόλο στην οικοδόμηση της πόλης έπαιξαν οι Ελληνες πάροικοι και οι ελληνικής καταγωγής εγκατεστημένοι στην πόλη μεγαλέμποροι.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα, αναπτυγμένη οικονομικά, με ακμαία ελληνική παροικία, η πολυεθνική, πολυπολιτισμική Οδησσός οφείλει πολλά στον εθνικό μας ευεργέτη και μαικήνα Γρηγόριο Μαρασλή.
Παρά τις πολλές γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην ευρύτερη περιοχή, η Οδησσός παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα και καλύτερα εξοπλισμένα μαυροθαλασσίτικα λιμάνια, κύρια «πόρτα» του εμπορικού μας ναυτικού στη Ρωσία, «ελεύθερο λιμάνι» (porto franco) γενικά.
Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ
Το 1993, μετά την Ανεξαρτησία της Ουκρανίας (1991), ιδρύθηκε στην Οδησσό Ελληνο-Ουκρανικός Σύνδεσμος, με τη συμβολή του τοπικού ελληνικού στοιχείου και κυρίως με τη σημαντική αρωγή του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιώς και του προέδρου του Ιών. Πολυχρονόπουλου (1990-1993), με σκοπό όχι μόνο την ανανέωση αλλά και τη σύσφιγξη των ιστορικών, φιλικών, κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων μεταξύ των δύο λαών, της Ουκρανίας και της Ελλάδας.
«Συμβόλαιο» φιλίας μεταξύ των δύο λαών αποτελεί, κατά κάποιον τρόπο, το γεγονός ότι το 1994 ο Δήμος Οδησσού, έναντι συμβολικού μηνιαίου μισθώματος, παραχώρησε στο Παράρτημα του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού ( ΕΙΠ) στην Οδησσό τρία οικήματα, στην οδό Κρέσνι αριθ. 18, ένα από τα οποία ήταν η ιστορική οικία του Γρ. Ι. Μαρασλή, όπου συνεδρίαζαν τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας, όταν η Οδησσός ήταν ένα από τα σημαντικότερα κέντρα για την προετοιμασία του Αγώνα του 1821.
Το κτήριο, δωρεά του δημάρχου Μαρασλή στο Δήμο της Οδησσού, χαρακτηρίστηκε διατηρητέο ιστορικό μνημείο εθνικής σημασίας από το Υπουργικό Συμβούλιο της Ουκρανίας και αναστηλώθηκε, με χρήματα ελληνικών φορέων και ιδιωτών, για να στεγάσει το Μουσείο Φιλικής Εταιρείας, το οποίο είχε ιδρύσει το 1979 το Ιστορικό-Λαογραφικό Μουσείο της Οδησσού, σε συνεργασία με την Ελληνική Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος.
Η πλατεία, όπου βρίσκεται το Μουσείο, μετονομάστηκε σε πλατεία Ελλήνων και ο δρόμος που την τέμνει σε οδό Ελλήνων. Συγχρόνως εκδόθηκε από το ΕΙΠ ο κατάλογος του Μουσείου στα ελληνικά και στα ουκρανικά.
Σήμερα, ο διευθυντής του παραρτήματος του ΙΕΠ στην Οδησσό, Σωφρόνης Παραδεισόπουλος, υποστηρίζει ότι από το 1994 «ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου έχει γίνει παράδοση και για τους κατοίκους της πόλης. Κρύβει συγκίνηση και παλμό, αφού στη συνείδηση της τοπικής κοινωνίας, η ίδρυση και ανάπτυξη της πόλης είναι συνυφασμένη με την ελληνική παρουσία».
Από το προσκυνηματικό ταξίδι, που είχα την τύχη να συμμετέχω, στη γοητευτική, αρχοντική, «ελληνική» Οδησσό -με τους πολιτισμένους, φιλόξενους και αξιοπρεπείς, αν και σε αισθητή ανέχεια, λόγω της οικονομικής ύφεσης, κατοίκους- χαραγμένη στη μνήμη μου θα παραμείνει, μεταξύ άλλων, η εικόνα ενός ευθυτενούς, ηλικιωμένου Ελληνα, ποντιακής καταγωγής, ο οποίος, με μια χάρτινη ελληνική σημαιούλα στο χέρι, στα σκαλιά της ελληνικής εκκλησίας της Αγίας Τριάδας, μετά τη δοξολογία της 25ης Μαρτίου, μου εξομολογήθηκε, σε ωραία ελληνικά, τον καημό του: «Είμαι 70 χρόνων και δεν έχω δει ακόμα την Ακρόπολη».
*Λία Βαλάτα -Τσιάµα: Φιλόλογος, ερευνήτρια, Μ.Α. στη Συγκριτική Φιλολογία, Πανεπιστήμιο Indianapolis. Συμμετείχε στο «ταξίδι» που οργανώθηκε πριν από 20 χρόνια από το Ελληνικό Ιδρυμα Πολιτισμού, με αφορμή τα εγκαίνια του Μουσείου της Φιλικής Εταιρείας.
200 ελληνικές οικογένειες, πριν από 220 χρόνια
Του ΛΑΜΠΡΟΥ ΒΑΖΑΙΟΥ*
Η Οδησσός ιδρύθηκε ακριβώς πριν από 220 χρόνια, στη θέση του ταταρο-χαζαρικού χωριού Χατζήμπεη. Πολλούς αιώνες πριν οι Μιλήσιοι είχαν ιδρύσει την ευδαίμονα ελληνική πόλη-λιμάνι Ολβία, ακριβώς στην ίδια θέση.
Ο Λάμπρος, η Ειρήνη και η Καλομοίρα Βαζαίου στην Οδησσό
Ο Λάμπρος, η Ειρήνη και η Καλομοίρα Βαζαίου στην Οδησσό
Οι ιστορικές αναφορές μιλούν για περίπου 200 ελληνικές οικογένειες που κατοικούσαν εκεί όταν ο στρατός της Μεγάλης Αικατερίνης προωθήθηκε στη Νότια Ρωσία και εδραίωσε την κυριαρχία της επί των εδαφών της Κριμαίας, της Αζοφικής και της ακτής του Εύξεινου Πόντου, μέχρι το Νοβοροσίσκ και την Αμπχαζία, του χρυσόμαλλου δέρατος. Η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζί στη συνέχεια άνοιξε το δρόμο της εγκατάστασης ναυτικών και εμπόρων απ’ τα νησιά του Αιγαίου.
Οι ομόδοξοι Ελληνες, τα «μικρά αδέλφια» των Μεγαλορώσων της εποχής, όχι μόνον ήταν καλοδεχούμενοι, αλλά με τα πρώτα αυτοκρατορικά ουκάζια πήραν προνόμια στην εμπορική, τη ναυτική και την κοινωνική ζωή.
Η Οδησσός έγινε ανοιχτή πολυεθνική πόλη, το λιμάνι ελεύθερο λιμάνι (Port Franc) με πρώτο κυβερνήτη τον κόμη de Richelieu. Ολα αυτά με κανόνες συχνά αυστηρούς, που εξασφάλισαν την επιτυχία του εγχειρήματος και μακρά κοινωνική ειρήνη, με αυτόματη απορρόφηση των κραδασμών από τις πολεμικές περιπέτειες, των δύο προ των μπολσεβίκων αιώνων.
Οικοδομήθηκε και οργανώθηκε εξ αρχής η Οδησσός, ως σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη. Η ρυμοτομία, τα δημόσια κτήρια, οι δομές της εμπορικής ζωής και του λιμανιού, της εκπαίδευσης και του πολιτισμού ακολουθούσαν τα πιο σύγχρονα δεδομένα της εποχής τους.
Οι Έλληνες πρωταγωνιστούσαν, αν και ποτέ δεν ξεπέρασαν στον καθαρά αστικό πληθυσμό τους 15.000 κατοίκους. Τα χρόνια περνούν και η Οδησσός, που είχαν αρχίσει να αποκαλούν «η Οδησσός των Ελλήνων», γνωρίζει ξεχωριστή ευημερία. Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα χαρακτηρίζεται από τη δημιουργική έκρηξη που πυροδότησε η δημαρχία του Γρηγόρη Μαρασλή.
Ο πάμπλουτος Θρακιώτης έμπορος, ένας από τους πολλούς πιονέρους της οικονομίας της Ρωσίας και της Ανατολής, δεν είχε ούτε καν επισκεφθεί την Ελλάδα. Μαζί με τον Βαρβάκη και τον Αρσάκη ξορκίσανε τα στοιχειά της λειψής τους μόρφωσης φτιάχνοντας Σχολεία. Το Διδασκαλείο, το Μαράσλειο της Αθήνας, κρατάει πάντα ψηλά την ποιότητα της μάθησης που δίνει, τώρα πια σαν Πειραματικό Σχολείο.
Ηταν τα χρόνια ακμής της πόλης που κράτησε μέχρι το 1920 και την είσοδο των μπολσεβίκων. Τα παλάτια του, τα σπίτια του, σήμερα φιλοξενούν τη Βιβλιοθήκη της Οδησσού, ένα από τα Μουσεία της, αλλά και το Ιδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού, στο σπίτι που στέγαζε τους Φιλικούς, εκείνους τους ρομαντικούς της Ελευθερίας του Γένους, που προετοίμασαν την Εθνεγερσία.
*Λάμπρος Βαζαίος: Γιατρός, απόγονος της οικογένειας των Σαντορινιών εμπόρων Βαζαίων που έζησαν στην Οδησσό. Εφυγαν οριστικά από τη γενέθλια πόλη τον Οκτώβρη του 1920 με το τελευταίο ελληνικό καράβι που έφυγε από το λιμάνι της Οδησσού. Κατοικούσαν στο Στρογγυλό Σπίτι, το Κρούγλεϊ Ντομ, επί της πλατείας Ελλήνων, το οποίο κατεδαφίστηκε από Ελληνες (εξ Ελλάδος) επενδυτές και στη θέση του ανεγέρθη εμπορικό κέντρο. Ο Λάμπρος Βαζαίος επέστρεψε στην πόλη των παππούδων του το 1994, με αφορμή τους εορτασμούς για τα 200 χρόνια της Οδησσού και τα εγκαίνια του Μουσείου της Φιλικής Εταιρείας.
Η Ημέρα Ανεξαρτησίας των Ελλήνων
Του ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΡΥΠΙΔΗ*
Οι Ελληνες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης πάντα γιόρταζαν την Ημέρα Ανεξαρτησίας της Ελλάδας και τιμούσαν τους ήρωες του έπους του 1821 και βέβαια και άλλες εθνικές γιορτές, όπως η «Ημέρα του Οχι» κ.λπ.
Από τον εορτασμό στην Τιφλίδα της Γεωργίας το 1986 της επετείου της Ελληνικής Επανάστασης. Από αριστερά προς δεξιά: Ερ. Σαρμαζανίδου, μέλος του δ.σ. του Συλλ. Ελληνικής Νεολαίας, Μ. Στεφανίδου, β' αντιπρ. του Συλλόγου, Γ. Μπαραμίτζε, γραμματέας της Κ.Ε. του Κομσομόλ της Τιφλίδας, Γ. Καρυπίδης, πρ. του Συλλ., Γ. Ατζαμίδης, α' αντιπρ. του Συλλόγου, Λ. Παπαζαχαριάδης, πολιτικός-πρόσφυγας, καθηγητής ελληνικής γλώσσας, Γ. Μουρατίδης, ιατρός, και o Ηρ. Παπουνίδης, χοροδιδάσκαλος-καλλιτεχνικός διευθυντής
Από τον εορτασμό στην Τιφλίδα της Γεωργίας το 1986 της επετείου της Ελληνικής Επανάστασης. Από αριστερά προς δεξιά: Ερ. Σαρμαζανίδου, μέλος του δ.σ. του Συλλ. Ελληνικής Νεολαίας, Μ. Στεφανίδου, β’ αντιπρ. του Συλλόγου, Γ. Μπαραμίτζε, γραμματέας της Κ.Ε. του Κομσομόλ της Τιφλίδας, Γ. Καρυπίδης, πρ. του Συλλ., Γ. Ατζαμίδης, α’ αντιπρ. του Συλλόγου, Λ. Παπαζαχαριάδης, πολιτικός-πρόσφυγας, καθηγητής ελληνικής γλώσσας, Γ. Μουρατίδης, ιατρός, και o Ηρ. Παπουνίδης, χοροδιδάσκαλος-καλλιτεχνικός διευθυντής
Δυστυχώς, μετά τη δεκαετία του ’30, οι γιορτές γίνονταν στα εστιατόρια ή στα σπίτια. Και μόνο μετά την ίδρυση του Συλλόγου Ελληνικής Νεολαίας της Τιφλίδας, το 1983, άρχισαν να γιορτάζουν επίσημα.
Η πρώτη επίσημη τελετή πραγματοποιήθηκε στις 25 Μαρτίου 1983, στη Λέσχη Νεολαίας «Αμιράνι» της Τιφλίδας, με την αρωγή και υποστήριξη του σοβιετικού κράτους. Και έπειτα, στην Αίθουσα Τελετών του υπουργείου Επικοινωνιών της Γεωργίας.
Συνήθως, γίνονταν χαιρετισμοί των επισήμων, εισηγήσεις στα αναδρομικά της Επανάστασης του ’21, προβολή του σχετικού σλάιντ φιλμ και στη συνέχεια καλλιτεχνικό πρόγραμμα, που έπαιρναν μέρος οι καλλιτέχνες και διάφορα ελληνικά μουσικά και χορευτικά συγκροτήματα. Η αίθουσα ήταν πάντα γεμάτη από τους επίσημους προσκεκλημένους, φοιτητές, ανθρώπους της επιστήμης, της τέχνης και πλήθος κόσμου.
Η Ελληνική Κομσομόλ Τιφλίδας
Τον Ιανουάριο του 1983, πριν από την έναρξη της περεστρόικας, στην Τιφλίδα ιδρύθηκε ο Σύλλογος Ελληνικής Νεολαίας, με την πρωτοβουλία και τη στήριξη τότε του 1ου γραμματέα του ΚΚΣΕ της Γεωργίας Εδουάρδο Σεβαρντνάντζε.
Εκείνη την εποχή ήταν η πρώτη και μοναδική οργάνωση που ένωνε τους νέους με ελληνική καταγωγή (και όχι μόνο τους νέους), όχι μόνο στην Τιφλίδα και στη Γεωργία, αλλά και σε ολόκληρη την πρώην Σοβιετική Ενωση. Παρά την υπαγωγή της στην Επιτροπή του Κομσομόλ, ο πρωταρχικός στόχος ήταν η ένωση της ελληνικής νεολαίας, η αφύπνιση της εθνικής συνείδησής της, για να λύσει τα προβλήματα που υπήρχαν στον τομέα της γλώσσας και του πολιτισμού. Τα περισσότερα μέλη του Συλλόγου ήταν φοιτητές των πανεπιστημίων της Τιφλίδας.
Κατά τη διάρκεια των ετών της ύπαρξής του, ο Σύλλογος Ελληνικής Νεολαίας της Τιφλίδας ήταν ο εμπνευστής και οργανωτής πολλών εκδηλώσεων. Υπό την αιγίδα του, για πρώτη φορά μετά τη δεκαετία του ’30, γιορτάζαμε τις ελληνικές εθνικές γιορτές, την Ημέρα της Ανεξαρτησίας – 25η Μαρτίου, το «Οχι» και άλλα.
Ο Σύλλογος προώθησε ενεργά την εκμάθηση της μητρικής γλώσσας και του πολιτισμού. Υποστήριξε τη διδασκαλία της γλώσσας, τόσο στο κρατικά, αλλά και στα κυριακάτικα σχολεία. Και σε αυτό το θέμα είναι ανεκτίμητη η συμβολή του μεγάλου πατριώτη, του καθηγητή της ελληνικής, Λάζαρου Ζαφειρίδη. Ιδιαίτερη προσοχή δινόταν στην ανάπτυξη της εθνικής κουλτούρας: δημιουργήθηκαν νέα χορογραφικά και μουσικά συγκροτήματα, οργανώθηκαν εκθέσεις Ελλήνων ζωγράφων, συναυλίες ελληνικών συγκροτημάτων, καθώς και της κλασικής μουσικής.
Με την πάροδο του χρόνου, όλες αυτές οι πράξεις έφεραν θετικά αποτελέσματα. Ένα εκ των οποίων ήταν η δημιουργία, με πρωτοβουλία του Συλλόγου μας, του Τμήματος Ελληνικής Γλώσσας και Φιλολογίας στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Τιφλίδας (1986).
Σήμερα, τα περισσότερα από τα πρώην μέλη του Συλλόγου Νεολαίας ζουν και εργάζονται έξω από τη Γεωργία, στην Ελλάδα, στην Κύπρο, στη Ρωσία και αλλού. Και ο καθένας από αυτούς, με την ανιδιοτελή εργασία και τον ενθουσιασμό τους, συμβάλλουν σημαντικά στα χρονικά της ιστορίας των Ελλήνων της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
*Γιάννης Καρυπίδης: Πρώην πρόεδρος του Συλλόγου Ελληνικής Νεολαίας της Τιφλίδας, συντονιστής Προγραμμάτων και υπεύθυνος Δημοσίων Σχέσεων του Κέντρου Μελέτης και Ανάπτυξης του Ελληνικού Πολιτισμού της Μαύρης Θάλασσας της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδόνες.
Αφιέρωμα στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» (30 Μαρτίου 2014) με αφορμή την επέτειο ίδρυσης της επαναστατικής οργάνωσης «Φιλική Εταιρεία» στην Οδησσό. Συμμετείχαν με άρθρα τους οι: Λία Βαλάτα-Τσιάμα, Λάμπρος Βαζαίος και Γιάννης Καρυπίδης.
ΒΙΝΤΕΟ: Η ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
Απόσπασμα από το ντοκιμαντέρ του National Geopraphic
Επιμέλεια Αφιερώματος: Σοφία Ντρέκου/Αέναη επΑνάσταση
Πηγή: sophia-siglitiki.blogspot.gr

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014

Στάλινγκραντ: 72 χρόνια από τη λήξη της μεγάλης μάχης

Στάλινγκραντ: 72 χρόνια από τη λήξη της μεγάλης μάχης

2 Φεβρουαρίου 2014
 stalingrant_UP
«Τη Pωσία», παρατήρησε ο ποιητής Tyuchev, «δεν μπορείς να την κατανοήσεις χρησιμοποιώντας την κοινή λογική». Τη Μάχη του Στάλινγκραντ δεν μπορείς να την κατανοήσεις μετά από μια τυπική ανάλυση. Η αμιγώς στρατιωτική σπουδή μιας μάχης τέτοιου μεγέθους δεν κατορθώνει να μας μεταφέρει στην πραγματικότητα του πεδίου της μάχης, όπως ακριβώς δεν το κατάφεραν οι χάρτες του Χίτλερ στη «Φωλιά του Λύκου» στο Rastenburg, που τον είχαν απομονώσει σε έναν φανταστικό κόσμο, μακριά από τα δεινά των στρατιωτών του.
Τίτλος πρωτότυπου       Stalingrand
Συγγραφέας                   Antony Beevor
Μετάφραση                   Κωνσταντίνος Κρίτσης
Εκδότης                          Γκοβόστης
ISBN                                960-270-968-5
Δέσιμο                            Μαλακό εξώφυλλο
Σχήμα                             15 Χ 23 εκ.
Σελίδες                           632
Η ιδέα που κρύβεται πίσω από το γράψιμο αυτού του βιβλίου είναι να φανούν, μέσα στο πλαίσιο της συμβατικής ιστορικής διήγησης, οι εμπειρίες των στρατευμάτων και των δύο πλευρών, με τη βοήθεια ενός μεγάλου εύρους νέων πληροφοριών που προέρχονταν κυρίως από τα ρωσικά αρχεία. Η ποικιλία των πηγών παίζει καθοριστικό ρόλο στην περιγραφή της πρωτοφανούς φύσης της μάχης καθώς και των συνεπειών που είχε σε όλους εκείνους που εγκλωβίστηκαν μέσα σ’ αυτήν δίχως σχεδόν καμία ελπίδα να ξεφύγουν.
Ανάμεσα στις πηγές περιλαμβάνονται πολεμικά ημερολόγια, αναφορές στρατιωτικών ιερέων, προσωπικές εμπειρίες, γράμματα, ανακρίσεις Γερμανών και άλλων αιχμαλώτων από τη NKVD, προσωπικά ημερολόγια και συνεντεύξεις αυτών που συμμετείχαν.
Μία από τις πιο πλούσιες πηγές του κεντρικού αρχείου του Υπουργείου Αμύνης της Ρωσίας στο Podolsk αποτελείται από τις πολύ λεπτομερείς εκθέσεις που στέλνονταν καθημερινά από το Μέτωπο Στάλινγκραντ στον επικεφαλής του Πολιτικού Τμήματος του Κόκκινου Στρατού στη Μόσχα, στον Aleksandr Shcherbakov. Σε αυτές περιγράφονται όχι μονάχα ηρωικές πράξεις, αλλά και «ασυνήθιστα περιστατικά» (ευφημισμός των κομισαρίων για την προδοτική συμπεριφορά), όπως λιποταξίες, προσχωρήσεις στο αντίπαλο στρατόπεδο, δειλία, ανικανότητα, αυτοτραυματισμοί, «αντισοβιετικές συζητήσεις» ακόμα και μέθη. Οι σοβιετικές αρχές εκτέλεσαν για τέτοια «περιστατικά» περίπου 13.500 από τους στρατιώτες τους στο Στάλινγκραντ – δηλαδή περισσότερους από μια ολόκληρη μεραρχία. Η κύρια πρόκληση, συνειδητοποίησα σύντομα, ήταν να επιχειρήσει κανείς να αντιπαραθέσει στην αυθεντική αυτοθυσία τόσων στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού, τον εξαιρετικά βίαιο εξαναγκασμό που άσκησαν τα ειδικά τμήματα της NKVD (τα οποία πολύ σύντομα πέρασαν στη δικαιοδοσία της αντικατασκοπευτικής SMERSH) εναντίον όσων δίσταζαν να πολεμήσουν.
Η σχεδόν αδιανόητη αγριότητα του σοβιετικού συστήματος εξηγεί σε μεγάλο βαθμό, αλλά όχι πλήρως, τους λόγους που οδήγησαν πολλούς πρώην στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού να πολεμήσουν στο πλευρό των Γερμανών. Στις τάξεις των μεραρχιών της 6ης Στρατιάς, η οποία βρισκόταν στην πρώτη γραμμή του Μετώπου Στάλινγκραντ, υπηρετούσαν περισσότεροι από 50.000 Σοβιετικοί πολίτες με γερμανικές στολές. Κάποιοι από αυτούς είχαν αναγκασθεί να ακολουθήσουν αυτό το δρόμο προκειμένου να αποφύγουν τη φρικτή λιμοκτονία των στρατοπέδων αιχμαλώτων? άλλοι ήταν απλά εθελοντές. Δεν είναι λίγες οι γερμανικές εκθέσεις των τελευταίων συγκρούσεων που περιγράφουν το θάρρος και την αφοσίωση που επέδειξαν αυτοί οι «Hiwi» («εθελοντές») μαχόμενοι εναντίον των συμπατριωτών τους. Περιττό να αναφέρει κανείς τη φρενήρη καχυποψία που κατάλαβε τη NKVD του Μπέρια όταν διαπίστωσε το μέγεθος της προδοσίας.
Το θέμα αυτό παραμένει ακόμα και σήμερα ταμπού στη Ρωσία. Ένας συνταγματάρχης του πεζικού, με τον οποίο έτυχε να μοιραστώ την κλινάμαξα ταξιδεύοντας σιδηροδρομικώς για το Volgograd (το πρώην Στάλινγκραντ), αρνιόταν αρχικά να αποδεχθεί ότι υπήρξε έστω και ένας Ρώσος που φόρεσε γερμανική στολή. Πείστηκε τελικά όταν του είπα για τις καταστάσεις σιτιζομένων* της 6ης Στρατιάς που βρίσκονταν στα γερμανικά αρχεία και περιείχαν ρωσικά ονόματα.
Για έναν άνθρωπο που απεχθανόταν εμφανώς τον Στάλιν για τις εκκαθαρίσεις που επέβαλλε στο Ρωσικό Στρατό, η αντίδρασή του ήταν άκρως ενδιαφέρουσα. «Δεν ήταν πλέον Ρώσοι» είπε χαμηλόφωνα. Το σχόλιό του ήταν σχεδόν πανομοιότυπο με τη φόρμουλα που είχε χρησιμοποιηθεί πριν από περίπου πενήντα χρόνια, όταν το Μέτωπο Στάλινγκραντ έκανε λόγο για «πρώην Ρώσους» στις αναφορές του προς τον Shcherbakov που βρισκόταν στη Μόσχα. Τα συναισθήματα για το Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο παραμένουν ακόμα και σήμερα το ίδιο ανελέητα όπως ακριβώς ήταν και τότε.
Η απερισκεψία, η σκληρότητα και η τραγωδία αυτής της ιστορίας αποκαλύπτεται μέσα από αναπάντεχα περιστατικά. Το πιο εντυπωσιακό γεγονός για τη γερμανική πλευρά δεν έγκειται στην απροκάλυπτη συμμετοχή της Βέρμαχτ στα εγκλήματα πολέμου που διαπράχτηκαν –γεγονός που αποτελεί αντικείμενο έντονης αντιπαράθεσης ακόμα και σήμερα στη Γερμανία– αλλά στη σύγχυση αίτιου και αιτιατού, ειδικότερα στη σύγχυση που επικράτησε μεταξύ των πολιτικών πεποιθήσεων και των συνεπειών τους.
Οι Γερμανοί στρατιώτες που βρίσκονταν στη Ρωσία –όπως αποκαλύπτουν τόσα και τόσα γράμματα τα οποία στάλθηκαν από το Στάλινγκραντ– ήταν σε πλήρη ηθική σύγχυση. Ο στόχος της υποδούλωσης των Σλάβων και της υπεράσπισης της Ευρώπης από το μπολσεβικισμό μέσω ενός προληπτικού χτυπήματος αποδείχθηκε, το λιγότερο, επιζήμιος. Ακόμα και σήμερα, πολλοί από τους Γερμανούς επιζώντες αντιμετωπίζουν τη Μάχη του Στάλινγκραντ ως μια πονηρή παγίδα των Σοβιετικών στην οποία παρασύρθηκαν λόγω των εσκεμμένων υποχωρήσεων του Κόκκινου Στρατού. Το γεγονός αυτό έχει ως συνέπεια να θεωρούν τους εαυτούς τους θύματα και όχι αυτουργούς αυτής της καταστροφής.
Παρ’ όλ’ αυτά, υπάρχει κάτι που παραμένει αδιαμφισβήτητο. Η Μάχη του Στάλινγκραντ εξακολουθεί να αποτελεί ένα ιδεολογικά φορτισμένο θέμα και συμβολικής σημασίας, για το οποίο η τελευταία λέξη δεν θα ειπωθεί για πολύ καιρό ακόμα.
Βιογραφικό Συγγραφέα
O Antony Beevor σπούδασε στο Winchester και το Sandhurst. Ως μόνιμος Αξιωματικός της 11ης Ίλης Oυσάρων υπηρέτησε στη Γερμανία και την Aγγλία μέχρι που παραιτήθηκε από τον στρατό μετά από πέντε χρόνια υπηρεσίας. Έχει εκδώσει αρκετά μυθιστορήματα, ενώ στα έργα του περιλαμβάνονται τα: Βερολίνο-Η πτώση 1945 και Κρήτη-Η Μάχη και η Αντίσταση (Εκδόσεις Γκοβόστη). Eίναι παντρεμένος με την Artemis Cooper, σε συνεργασία με την οποία έγραψε το Paris after the Liberation. Kαι οι δύο έχουν ανακηρυχθεί Chevalier de l‘ Ordre des Arts et des Lettres από τη Γαλλική Kυβέρνηση.
 

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

Δημοκρατία ένα πείραμα ανθρώπινης συνύπαρξης, που ξεκίνησε τον 5ο π.Χ. αιώνα και εξακολουθεί να επηρεάζει με τα ευρήματά του ακόμη και τον 21ο αιώνα

Δεν πιστεύω ότι η μακροβιότερη δημοκρατία της σύγχρονης ιστορίας μας κινδυνεύει από τους αλλοπαρμένους εφέδρους ή παρεμφερείς συνωμότες. Κινδυνεύει όμως από την απογοήτευση, την κούραση της αποτυχίας, την παραλυσία της αναξιοπιστίας. Κινδυνεύει κυρίως από την έλλειψη προοπτικής. Τι μπορεί να μας υποσχεθεί σήμερα η ελληνική δημοκρατία πέρα από την επιβίωσή της; Τίποτε ή σχεδόν τίποτε. Όμως και η επιβίωση της δημοκρατίας είναι ένα ολόκληρο πολιτικό και πολιτισμικό πρόγραμμα. Ποιοι έχουν τη δύναμη και τις ικανότητες να το συνεχίσουν, παρά την αγανάκτηση και την καταπόνηση;

 


Ο Πλάτων, στην έβδομη επιστολή του, το μόνο αυτοβιογραφικό του κείμενο, αν και αμφισβητούμενης γνησιότητας, αναφέρεται στη στάση που κράτησε αυτός και η σωκρατική ομήγυρη στην τυραννία των Τριάκοντα. Με σχεδόν απολογητικό ύφος λέει ότι στην αρχή τούς αντιμετώπισαν με ευμένεια και συνεργάστηκαν μαζί τους. Όχι μόνον επειδή ο ίδιος ήταν συγγενής του Κριτία, του επικεφαλής της τυραννίας. Αλλά κυρίως επειδή πίστεψαν πως η τυραννία θα αποκαθιστούσε το καθεστώς του δικαίου που είχε καταλύσει η δημοκρατία της τελευταίας περιόδου, η δημοκρατία των δημαγωγών. Δεν είναι τυχαίο ότι και ο Κριτίας, και ο Θηραμένης και ο Χαρμίδης, τοποτηρητής του καθεστώτος στον Πειραιά, ήταν μέλη της σωκρατικής ομήγυρης. Ηταν η απέχθεια που τους είχε προκαλέσει η δημοκρατία, η οποία τους οδήγησε στην αποδοχή της τυραννίας.

Η αλήθεια είναι ότι η δημοκρατία δεν είχε απογοητεύσει μόνο τον νεαρό τότε Πλάτωνα, ο οποίος δεν διακρίνεται για τις δημοκρατικές του πεποιθήσεις. Είχε οδηγήσει την Αθήνα στην καταστροφή. Ο πόλεμος είχε χαθεί οριστικά και αμετάκλητα, ο στόλος είχε οριστικά καταστραφεί, χρήματα δεν υπήρχαν για να ξαναχτιστεί, και ο Σπαρτιάτης στρατηγός Λύσανδρος είχε αποκλείσει την τροφοδοσία της Αθήνας με αποτέλεσμα να ενσκήψει λιμός και οι Αθηναίοι να φοβούνται ότι οι Σπαρτιάτες θα τους τιμωρούσαν με αφανισμό, με τον ίδιο τρόπο που οι ίδιοι είχαν τιμωρήσει τους Μήλιους. Οι φόβοι τους δεν βγήκαν αληθινοί. Ο Λύσανδρος απάντησε στους Θηβαίους, που του πρότειναν να μετατρέψει την Αθήνα σε βοσκότοπο, πως δεν σκοπεύει να βγάλει το ένα από τα δύο μάτια της Ελλάδας. Τους έβαλε να γκρεμίσουν τα τείχη του Θεμιστοκλή με τα ίδια τους τα χέρια και με τη συνοδεία αυλητρίδων που υμνούσαν την απελευθέρωση της Ελλάδας – είχαν και οι Σπαρτιάτες χιούμορ. Και τους παρέδωσε σε μια συμμορία συμπολιτών τους, τους Τριάκοντα.

Η συνέχεια είναι γνωστή. Το καθεστώς των τυράννων αποδείχθηκε βουλιμικό. Λεηλάτησε τις περιουσίες των Αθηναίων και, όπως λέει ο Ξενοφών, ο οποίος επίσης συνεργάστηκε με το καθεστώς, σκότωσαν τους διπλάσιους Αθηναίους από όσους είχαν πέσει στις μάχες στα τελευταία δέκα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου. Άντεξε λίγους μόνον μήνες ώσπου να μπουν οι εξόριστοι δημοκρατικοί από τη Θήβα και μετά τη μάχη της Ιπποδάμειας στον Πειραιά να το ανατρέψουν. Η δημοκρατία αποδείχθηκε και γενναιόδωρη και σοφή. Το πρώτο ψήφισμα που εξέδωσε η Εκκλησία του Δήμου έφερε τον τίτλο «Περί του μη μνησικακείν» και αμνήστευε όσους είχαν συνεργαστεί με τους Τριάκοντα – εξηρούντο οι φυσικοί αυτουργοί εγκλημάτων.

Ιστορίες μιας εποχής μακρινής, θα μου πείτε, που ελάχιστη σχέση έχει με τη δική μας. Στα χρόνια του πέμπτου αιώνα πριν τον Χριστό, η δημοκρατία ήταν ένα πείραμα ανθρώπινης συνύπαρξης. Ήταν «άμεση», απέκλειε το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων της Αττικής, πλην όμως το πείραμα που ξεκίνησε τότε εξακολουθεί να επηρεάζει με τα ευρήματά του ακόμη και τον μακρινό για την αρχαιότητα εκείνη 21ο αιώνα. Η απογοήτευση, η παράδοση της πόλης σε μια συμμορία αριστοκρατών, πλην όμως συμμορία, και κατόπιν ο πανικός. Η δημοκρατία μπορεί να είναι απογοητευτική, όπως η σημερινή, όμως είναι δημοκρατία. Κοινώς σου δίνει τη δυνατότητα και να απογοητευτείς, και να την απεχθάνεσαι. Αλλιώς, σε περιμένουν τα χειρότερα.

Δεν πιστεύω ότι η μακροβιότερη δημοκρατία της σύγχρονης ιστορίας μας κινδυνεύει από τους αλλοπαρμένους εφέδρους ή παρεμφερείς συνωμότες. Στο κάτω κάτω, πού θα βρουν καύσιμα για τα τεθωρακισμένα τους και με τι λεφτά θα πάρουν πολεμοφόδια; Κινδυνεύει όμως από την απογοήτευση, την κούραση της αποτυχίας, την παραλυσία της αναξιοπιστίας. Κινδυνεύει κυρίως από την έλλειψη προοπτικής. Τι μπορεί να μας υποσχεθεί σήμερα η ελληνική δημοκρατία πέρα από την επιβίωσή της; Τίποτε ή σχεδόν τίποτε. Όμως και η επιβίωση της δημοκρατίας είναι ένα ολόκληρο πολιτικό και πολιτισμικό πρόγραμμα. Ποιοι έχουν τη δύναμη και τις ικανότητες να το συνεχίσουν, παρά την αγανάκτηση και την καταπόνηση;

Πού βρίσκεται η μεσαία τάξη, που με το κοινωνικό της εύρος αποτελεί το πιο σοβαρό εχέγγυο για την επιβίωση της δημοκρατίας; Πού είναι η σιωπηρή πλειοψηφία η οποία έως σήμερα, παρά τα καίρια τραύματα που έχει υποστεί, εξακολουθεί να υπομένει από ένστικτο επιβίωσης; Σηκώνει, θα μου πείτε, το μεγαλύτερο βάρος της οικονομικής κρίσης και συνθλίβεται στην καθημερινότητά της – και η ζωή, όπως και η δημοκρατία, είναι φτιαγμένη από καθημερινότητα. Τιμωρείται αυτή κυρίως για την αδιαφορία που έδειξε τόσα χρόνια, αδιαφορία για την κοινωνική παιδεία, αδιαφορία για το κοινωνικό συμβόλαιο της αναξιοπιστίας. Η δημοκρατία κινδυνεύει να παραδοθεί σε συμμορίες μόνον όταν στραφεί κατά του εαυτού της. Μόνον όταν η απογοήτευση φτάσει σε τέτοιο βαθμό, που ο βασικός της υποστηρικτής, η σιωπηρή πλειοψηφία, την εγκαταλείψει «αηδιασμένη, μπουχτισμένη, σχεδόν πισθάγκωνα δεμένη», που λέει και ο Εμπειρίκος.

[ΠΗΓΗ: Τάκης Θεοδωρόπουλος, Ποιοι αγαπούν τη δημοκρατία, άρθρο που δημοσιεύτηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 29 Σεπτεμβρίου 2013]

Κοινωνική ευθύνη επιστημόνων: αν είναι δυνατόν να ζητάμε το αυτονόητα εύλογο



«Δυστυχώς είμαστε πολίτες μιας παγκόσμιας κοινότητας, με όλο και μεγαλύτερη αλληλεξάρτηση.
αλληλεξάρτηση οφειλομένη κυρίως στις τεχνολογικές προόδους που δημιουργεί η επιστημονική έρευνα. Κάθε πολίτης είναι υπόλογος για τα έργα του. Όλοι έχουμε ευθύνη έναντι της κοινωνίας» (Joseph Rotblat)

Η κοινωνική ευθύνη των επιστημόνων, δεν είναι διαφορετική από την κοινωνική ευθύνη κάθε ανθρώπου και κάθε ομάδας. Επίσης η κοινωνική ευθύνη είναι συνώνυμη της ΛΟΓΙΚΗΣ, μόνο που η ΛΟΓΙΚΗ δεν είναι η ίδια για όλους τους ανθρώπους, χώρια που δεν είναι όλοι οι άνθρωποι … άνθρωποι! Ενδιαφέρον παρουσιάζει το άρθρο του Joseph Rotblat που δημοσιεύθηκε στο Physics World του Δεκεμβρίου 1999.

Θα πρέπει να ενδιαφέρουν τους φυσικούς επιστήμονες οι κοινωνικές επιπτώσεις της εργασίας τους και τα ηθικά ζητήματα που ανακύπτουν από αυτή; Πρέπει να αποδέχονται την ευθύνη για τις συνέπειες της επιστημονικής έρευνας στον άνθρωπο και το περιβάλλον; Τα συγκεκριμένα ερωτήματα δεν είχαν τεθεί στο μακρινό παρελθόν, διότι αυτού του είδους οι συνέπειες ήταν ελάχιστες. Τότε, η επιστήμη δεν έπαιζε κανένα ρόλο στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων ή στην ασφάλεια των κρατών.


Το μοναδικό κίνητρο της επιστημονικής αναζήτησης ήταν η περιέργεια — το ίδιο ερέθισμα που δραστηριοποιεί τους επιστήμονες και σήμερα — χωρίς κανέναν φανερό πρακτικό στόχο. Η απομάκρυνση των επιστημόνων από τις καθολικού ενδιαφέροντος ανθρώπινες υποθέσεις τους οδήγησε στην κατασκευή ενός τείχους απομόνωσης πίσω από το οποίο βρήκαν καταφύγιο, προσποιούμενοι ότι η εργασία τους δεν είχε οποιαδήποτε σχέση με την ανθρώπινη ευημερία.
Ο στόχος της επιστημονικής έρευνας, διαβεβαίωναν, ήταν η κατανόηση των νόμων της φύσης. Εφ’ όσον αυτοί είναι αμετάβλητοι και ανεπηρέαστοι από τις αντιδράσεις και τα συναισθήματα των ανθρώπων, οι αντιδράσεις και τα συναισθήματα τους δεν έχουν θέση στη μελέτη της φύσης. Εξαιτίας αυτού του αποκλεισμού οι φυσικοί επιστήμονες ανέπτυξαν διάφορες αντιλήψεις και αρχές περί της επιστήμης με στόχο να δικαιολογήσουν το διαχωρισμό από την πραγματικότητα.

Σε αυτές περιλαμβάνονται απόψεις όπως: «η επιστήμη για χάρη και μόνο της επιστήμης», «η επιστημονική αναζήτηση δεν γνωρίζει όρια», «η επιστήμη είναι ορθολογική και αντικειμενική», «η επιστήμη είναι ουδέτερη», «η επιστήμη ουδεμία σχέση έχει με την πολιτική», «οι επιστήμονες είναι απλώς εξειδικευμένοι εργάτες» και «δεν πρέπει να κατηγορούμε την επιστήμη για τις κακές εφαρμογές της».

Ο John Ziman, επίτιμος καθηγητής φυσικής στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, ανέλυσε όλα αυτά τα αξιώματα και βρήκε ότι κανένα δεν ισχύει στον σύγχρονο κόσμο.
Τούτη η νοοτροπία απομόνωσης ήταν ίσως ανεκτή στο παρελθόν, τότε που τα επιστημονικά ευρήματα διαχωρίζονταν σαφώς από τις πρακτικές τους εφαρμογές στο χρόνο και το χώρο. Έπειτα από μια ανακάλυψη απαιτούνταν δεκαετίες για να βρεθεί μια εφαρμογή της, και αυτή πάλι θα την αναλάμβαναν άλλοι, κυρίως μηχανικοί των πολυτεχνικών σχολών ή των βιομηχανικών εργαστηρίων.
Στις μέρες μας, είναι εξαιρετικά δύσκολο να διακρίνουμε τη διαφορά μεταξύ καθαρής και εφαρμοσμένης έρευνας. Οι πρακτικές εφαρμογές ακολουθούν καταπόδας τις επιστημονικές ανακαλύψεις και διεκπεραιώνονται από τους ίδιους ανθρώπους. Πράγματι, οι ερευνητές στις πανεπιστημιακές έδρες παροτρύνονται στην εφαρμοσμένη έρευνα για να εξασφαλίσουν οικονομική αυτάρκεια. Η τρομακτική πρόοδος της καθαρής επιστήμης κατά τον 20ό αιώνα — ειδικά της φυσικής κατά το πρώτο μισό του αιώνα και της βιολογίας κατά το δεύτερο — έχουν αλλάξει παντελώς τη σχέση μεταξύ επιστήμης και κοινωνίας.
Η επιστήμη έχει καταστεί κυρίαρχο στοιχείο της ζωής μας. Προσέφερε τεράστια βελτίωση στην ποιότητα της ζωής, αλλά δημιούργησε και σοβαρότατους κινδύνους. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η μόλυνση του περιβάλλοντος, η σπατάλη των ζωτικών πόρων, η αύξηση μεταδοτικών ασθενειών και, πάνω απ’ όλα, η απειλή για την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπινου είδους λόγω της ανάπτυξης όπλων μαζικής καταστροφής.
Οι φυσικοί επιστήμονες δεν είναι δυνατόν πλέον να υποστηρίζουν ότι η εργασία τους δεν έχει καμία σχέση με την ευμάρεια των ατόμων ή την κρατική πολιτική. Παραδόξως, πολλοί είναι αυτοί που επιμένουν σε τέτοιους ισχυρισμούς- πολλοί εμμένουν στη νοοτροπία της απομόνωσης, υπερασπιζόμενοι για την επιστήμη μια πολιτική «ελεύθερης αγοράς». Η λογική τους στηρίζεται κυρίως στη διάκριση μεταξύ καθαρής και εφαρμοσμένης έρευνας. Υποστηρίζουν ότι επιβλαβείς μπορεί να είναι μόνο οι εφαρμογές. Οι περί την καθαρή επιστήμη έχουν μοναδική υποχρέωση να δημοσιοποιούν τα αποτελέσματα της ερευνάς τους. Το τι θα πράξουν οι «άλλοι» με αυτά, είναι δική τους δουλειά, όχι των επιστημόνων.

Ωστόσο, όπως έχει διαπιστωθεί, η διάκριση μεταξύ καθαρής και εφαρμοσμένης έρευνας είναι, σε μεγάλο βαθμό, ανύπαρκτη. Η υιοθέτηση αμοραλιστικής στάσης από τους επιστήμονες είναι απαράδεκτη. Κατά τη δική μου γνώμη, αποτελεί ανήθικη στάση, διότι αποφεύγει να δεχτεί την προσωπική ευθύνη για τις πιθανές συνέπειες των πράξεων μας.

Είμαστε πολίτες μιας παγκόσμιας κοινότητας, με όλο και μεγαλύτερη αλληλεξάρτηση — αλληλεξάρτηση οφειλόμενη κυρίως στις τεχνολογικές προόδους που δημιουργεί η επιστημονική έρευνα. Μια αλληλεξαρτώμενη κοινότητα προσφέρει σημαντικά οφέλη στα μέλη της’ αλλά, για τον ίδιο λόγο, τα φέρνει αντιμέτωπα με τις μεγάλες ευθύνες τους. Κάθε πολίτης είναι υπόλογος για τα έργα του. Όλοι έχουμε ευθύνη έναντι της κοινωνίας.
Η ευθύνη αυτή είναι βαρύτερη για τους επιστήμονες για το λόγο ακριβώς που αναφέραμε προηγουμένως: τον κυρίαρχο ρόλο που παίζει η επιστήμη στη σύγχρονη κοινωνία. Ο μαθηματικός Michael Atiyah, κάτοχος του μεταλλίου Φιλντς (1966) και σημερινός πρόεδρος των Συνδιασκέψεων της Pugwash για την Επιστήμη και τις Παγκόσμιες Υποθέσεις, εξήγησε κατά τη διάλεξη Schrödinger του 1997 τους λόγους αυτής της ειδικής ευθύνης των επιστημόνων:

«Πρώτον, υπάρχει το ζήτημα της ηθικής ευθύνης. Αν δημιουργήσεις κάτι, πρέπει να ενδιαφερθείς για τις συνέπειες. Κάτι τέτοιο πρέπει να ισχύει για τις επιστημονικές ανακαλύψεις όπως ακριβώς ισχύει για τα παιδιά που φέρνουμε στον κόσμο.»
Ο Atiyah συνέχισε περιγράφοντας άλλους τέσσερις λόγους για τους οποίους οι φυσικοί επιστήμονες πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη των συνεπειών της ερευνάς τους:
    Κατανοούν τα τεχνικά προβλήματα καλύτερα από τον μέσο πολιτικό ή πολίτη — και η γνώση συνοδεύεται από ευθύνη.
    Μπορούν να προσφέρουν τεχνικές συμβουλές και βοήθεια για την επίλυση των απρόοπτων προβλημάτων που ανακύπτουν.
    Μπορούν να προειδοποιήσουν για τους μελλοντικούς κινδύνους που ίσως προκύπτουν από μια τρέχουσα ανακάλυψη.
    Αποτελούν μια διεθνή αδελφότητα που υπερβαίνει τα φυσικά σύνορα κι έτσι είναι σε θέση να έχουν συνολική άποψη για τα συμφέροντα του ανθρώπινου γένους.
Και στη διάλεξη Schrodinger αλλά και στην ομιλία του ως προέδρου της Βασιλικής Εταιρείας του Λονδίνου, ο Atiyah τόνισε ότι οι επιστήμονες πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη των έργων τους και για έναν ακόμη λόγο: τις συνέπειες μιας άσχημης δημόσιας εικόνας για την επιστήμη. Το κοινό θεωρεί τους επιστήμονες υπεύθυνους για τους κινδύνους που συνεπάγεται η επιστημονική πρόοδος: Τα πυρηνικά όπλα αποτελούν σοβαρή απειλή, και ορθώς κατηγορούνται οι επιστήμονες. Η κλωνοποίηση ανθρώπων είναι απεχθής και αντιμετωπίζεται ως ανήθικη- το αποτέλεσμα, η επιστήμη συνολικά δέχεται κατηγορίες εξαιτίας λίγων επιστημόνων που θέλουν να την αναπτύξουν.
Το κοινό έχει τη δυνατότητα, μέσω των εκλεγμένων κυβερνήσεων του, να ελέγξει την επιστήμη είτε σταματώντας τη χρηματοδότηση είτε θέτοντας περιοριστικούς όρους. Προφανώς, είναι προτιμότερο ο οποιοσδήποτε έλεγχος να ασκείται από τους ίδιους τους επιστήμονες.
Η επιστήμη πρέπει συνεχώς να μεριμνά για τη δημόσια εικόνα της, διότι έτσι εμπνέει σεβασμό για την ακεραιότητα της και κερδίζει την εμπιστοσύνη του κοινού στις εξαγγελίες και τους στόχους της. Οι επιστήμονες πρέπει με τη συμπεριφορά τους να αποδείξουν ότι μπορούν να συνδυάζουν τη δημιουργικότητα με την ευσπλαχνία, ότι τη στιγμή που αφήνουν ελεύθερη τη φαντασία τους εξακολουθούν να ενδιαφέρονται για τους συνανθρώπους τους, και ότι είναι πλήρως υπεύθυνοι για τις πράξεις τους όταν παλεύουν με το άγνωστο.

Για όλα τα παραπάνω πρέπει να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα. Το πρώτο είναι ένας ηθικός κώδικας για τη συμπεριφορά των επιστημόνων, ανάλογος με τον όρκο του Ιπποκράτη που δίνουν οι γιατροί. Ο ηθικός κώδικας για τη συμπεριφορά όσων ασκούν την ιατρική υπάρχει εδώ και δυόμισι σχεδόν χιλιάδες χρόνια. Στο παρελθόν, όπως και σήμερα, η ζωή του ασθενούς βρίσκεται κυριολεκτικά στα χέρια του γιατρού και είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί ότι ο γιατρός χειρίζεται αυτή τη δύναμη υπεύθυνα, έχοντας ως πρώτιστο καθήκον τη φροντίδα του ασθενούς.

Σήμερα, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι οι φυσικοί επιστήμονες έχουν σχεδόν παρόμοιο ρόλο σε σχέση με το ανθρώπινο είδος. Είναι επομένως καιρός, όσοι αποκτούν επιστημονικό τίτλο να αρχίσουν να δίνουν κάποιο είδος όρκου ή υπόσχεσης. Αυτό θα είχε μια σημαντική συμβολική αξία, αλλά θα μπορούσε επίσης να αναπτύξει στους νέους επιστήμονες την επίγνωση και τον προβληματισμό για ευρύτερα ζητήματα.
Τέτοιοι όρκοι έχουν εισαχθεί σε μερικές διακηρύξεις (για παράδειγμα, τούτη του Ινστιτούτου για τις Κοινωνικές Καινοτομίες —ISI), και έχουν προταθεί διάφορες μορφές διατύπωσης, κατάλληλες για ποικίλες περιπτώσεις. Ο παρακάτω όρκος, ο οποίος έχει προταθεί από το φοιτητικό τμήμα της Αμερικανικής Ομάδας της Pugwash, θα ήταν κατάλληλος για την τελετή αποφοίτησης όλων των νέων επιστημόνων:

«Υπόσχομαι να εργαστώ για έναν καλύτερο κόσμο, όπου η επιστήμη και η τεχνολογία θα χρησιμοποιούνται με κοινωνικά υπεύθυνο τρόπο. Δεν θα χρησιμοποιήσω τις γνώσεις μου για οτιδήποτε έχει σκοπό να βλάψει τους ανθρώπους ή το περιβάλλον. Καθ’ όλη τη σταδιοδρομία μου θα εξετάζω έγκαιρα τις ηθικές συνέπειες της επιστημονικής δράσης μου. Παρότι οι αξιώσεις της θέσης που θα κατέχω μπορεί να είναι πολύ μεγάλες, αποδέχομαι αυτή τη δήλωση, διότι αναγνωρίζω ότι η ατομική ευθύνη αποτελεί το πρώτο βήμα στο δρόμο για την ειρήνη.»

Αντιλαμβάνεστε ότι ένας τέτοιος όρκος δεν μπορεί να συμβιβαστεί με σταδιοδρομίες που σχετίζονται με χημικά, βιολογικά ή πυρηνικά όπλα.
Θα ήθελα να δω τα πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο να υιοθετούν την πρακτική μιας τέτοιας ορκωμοσίας κατά την αποφοίτηση των φοιτητών τους. Μια προϋπόθεση γι’ αυτό θα ήταν η εισαγωγή στην πανεπιστημιακή ύλη μαθημάτων σχετικών με τις ηθικές πλευρές της επιστήμης…..
Ως συνέπεια αυτής της γενικής δέσμευσης, προτείνω να αναλάβουν οι ακαδημίες ένα συγκεκριμένο καθήκον: την ίδρυση επιτροπών δεοντολογίας — άλλη μία πρακτική που εφαρμόζεται στην ιατρική. Σε πολλές χώρες τα ερευνητικά προγράμματα που αφορούν ασθένειες πρέπει να εγκρίνονται από επιτροπές δεοντολογίας της πολιτείας ή του νοσοκομείου προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι η έρευνα δεν θα θέσει σε κίνδυνο την υγεία του ασθενούς. Θα επιθυμούσα να επεκταθεί αυτή η πρακτική στην ερευνητική εργασία γενικότερα, αρχίζοντας από τη γενετική μηχανική.
Εκτός από τις ακαδημίες Επιστημών, σημαντικό ρόλο μπορούν να παίξουν και άλλοι, ανεξάρτητοι οργανισμοί οι οποίοι ενδιαφέρονται ειδικά για τα ηθικά ζητήματα που προκύπτουν από την επιστημονική έρευνα και τις εφαρμογές της. Αυτοί οι οργανισμοί μπορούν να αναπτύξουν δραστηριότητες τις οποίες οι ακαδημίες αδυνατούν να διεξέλθουν, είτε εξαιτίας καταστατικών περιορισμών είτε επειδή είναι, επισήμως ή εμμέσως, κυβερνητικοί οργανισμοί.
Μπορεί να συμβάλει άμεσα η επιστημονική κοινότητα στην εξάλειψη των πυρηνικών και λοιπών όπλων μαζικής καταστροφής; Νομίζω ότι θα το είχε πράξει ήδη αν πρόσεχε τις εκκλήσεις του νομπελίστα φυσικού Hans Bethe πριν από λίγα χρόνια:

«Εισερχόμαστε σε μιαν εποχή αφοπλισμού και απόσυρσης των πυρηνικών όπλων. Ωστόσο, μερικές χώρες συνεχίζουν να αναπτύσσουν πυρηνικά όπλα. Είναι αβέβαιο αν, και πότε, θα συμφωνήσουν τα έθνη να σταματήσει τούτο το επικίνδυνο παιχνίδι. Όμως, οι μεμονωμένοι επιστήμονες μπορούν να επηρεάσουν αυτή τη διαδικασία αρνούμενοι να συμπράξουν. Γι’ αυτό το λόγο, ζητώ από τους επιστήμονες όλων των χωρών να απέχουν από κάθε εργασία δημιουργίας, ανάπτυξης, βελτίωσης και παραγωγής πυρηνικών όπλων, καθώς και οποιουδήποτε άλλου όπλου με δυνατότητες μαζικής καταστροφής, όπως τα χημικά ή τα βιολογικά όπλα.»

Η εξάλειψη των πυρηνικών όπλων θα απομάκρυνε τον άμεσο κίνδυνο για το ανθρώπινο είδος, αλλά δεν εγγυάται την ασφάλεια μακροπρόθεσμα. Τα πυρηνικά όπλα δεν μπορεί να «αποεφευρεθούν», δεν γίνεται να σβήσουμε απ’ τη μνήμη μας τη γνώση της κατασκευής τους. Αν υπάρξει στο μέλλον μια σοβαρή σύγκρουση μεταξύ μεγάλων δυνάμεων, τα πυρηνικά οπλοστάσια θα αναδυθούν και θα επιστρέψουμε στο κλίμα του Ψυχρού Πολέμου. Συνεπώς, θα πρέπει εντέλει να ασχοληθούμε με τη φαινομενικά ουτοπική ιδέα ενός κόσμου χωρίς πόλεμο.

 [ΠΗΓΗ: Joseph Rotblat, The social responsibility of scientists (ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝστο Physics World τουΔεκεμβρίου 1999