Γνωστές πικρές αλήθειες που ενοχλούν, που απωθούνται, που καταπνίγονται, ενώ «ενός έστι χρεία...», να τις συνειδητοποιήσουμε όλοι και να τις υπερβούμε με πράξεις.
Με τα αποτελέσματα των εισαγωγικών εξετάσεων στα Πανεπιστήμια, με το προβοκατόρικο 0,9, με τις 22.000 κενά στα σχολεία μας (από συνταξιοδοτούμενους εκπαιδευτικούς κ.ά.), με τις άδειες των Κολεγίων ιδιόχρησης, με..., με..., ξαναθυμηθήκαμε αυτές τις μέρες την Εκπαίδευση. Και αρχίσαμε ξανά τις αναλύσεις και τις ερμηνείες. Περισπούδαστοι εκπαιδευτικοί «αναλυτές», εκφραστές συχνά διαφόρων κομματικών ιδεολογιών και ιδεοληψιών, προβαίνουν σε κοινότοπες αναλύσεις, χωρίς να μπαίνουν στην ουσία των προβλημάτων της Παιδείας μας ή να προτείνουν λύσεις. Και όλα αυτά γιατί δεν μπορούμε (δεν θέλουμε;) σε αυτόν τον τόπο να αντιμετωπίσουμε, με σοβαρό και αποτελεσματικό τρόπο, μείζονα προβλήματα της Παιδείας μας που «σέρνονται» επί χρόνια και γιατί δεν τολμούμε πολιτικοί και πολίτες, εκπαιδευτικοί και γονείς, η ελληνική κοινωνία γενικότερα, να αναλάβουμε τις ευθύνες που μάς αναλογούν, να πιέσουμε, να απαιτήσουμε, να φωνάξουμε να αλλάξει ριζικά το εκπαιδευτικό μας σύστημα και να αποκτήσουμε επί τέλους κι εμείς μια παιδεία ουσίας και ποιότητας. Δεν τολμούμε να δούμε και να πούμε μερικές πικρές αλήθειες. Έτσι έχουμε, τελικά, την παιδεία που μάς αξίζει, που αξίζει στην αδιαφορία, την ολιγωρία και την ακηδία μας.
Αλήθεια πρώτη: Δεν καταλαβαίνουμε ότι έχουμε ένα σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια που έχει τινάξει στον αέρα την καίρια βαθμίδα τηςς Μέσης Εκπαίδευσης, το Λύκειο; Κι αν το καταλαβαίνουμε- που τώρα φαίνεται ότι έστω και αργά άρχισαν να το καταλαβαίνουν όλοι-, τι κάνουμε; Με αχρηστευμένο το Λύκειο πού πάμε;
Αλήθεια δεύτερη: Το υπαρκτό γνωστό πρόβλημα τού (λειτουργικού) αναλφαβητισμού, με αποφοίτους Μέσης Εκπαίδευσης που δεν μπορούν να εκφραστούν προφορικά και γραπτά, δεν το γνωρίζουμε; Μάλλιασε η γλώσσα των εκπαιδευτικών να το επισημαίνουν. Τώρα το καταλάβαμε με το προβοκατόρικο 0,9 (από κάποιον πλακατζή υποψήφιο...) που ανοήτως γενικεύθηκε κι έγινε σημαία απαιδευσίας, παραβλέποντας τις χιλιάδες των πραγματικά αναλφάβητων που συναντάμε γύρω μας;
Αλήθεια τρίτη: Ότι οι μαθητές των σχολείων μας απεχθάνονται το σχολείο, ότι δεν το αγαπούν, δεν τους τραβάει τίποτε στο σχολείο που τους έχουμε φτιάξει, δεν μάς λέει τίποτε;
Αλήθεια τέταρτη: Ότι έχουμε καθιερώσει ένα σύστημα που φορτώνει τους μαθητές με όγκους αναφομοίωτων πληροφοριών, προορισμένων εξ υπαρχής να περάσουν στα τάρταρα τής λήθης και τής απώθησης διά τής οδού τής αποστήθισης, πληροφοριών συχνά εξεζητημένων έως άχρηστων που ποτέ δεν θα γίνουν χρήσιμες επεξεργασμένες γνώσεις οι οποίες θα μείνουν, αυτό δεν μάς γεμίζει με οδύνη και τύψεις για τις ευθύνες μας;
Αλήθεια πέμπτη: Μπορούμε να αισθανόμαστε ήσυχοι, όταν οι ηγεσίες και βασικά στελέχη των πολιτικών κομμάτων και τού πολιτικού μας κόσμου γενικότερα (με πολύ λίγες εξαιρέσεις) ιεραρχούν την Εκπαίδευση, την Παιδεία και τον Πολιτισμό, το τρίπτυχο τής ουσιαστικής ύπαρξης και τής προοπτικής ανάπτυξης κάθε ορθοφρονούντος λαού, στο χαμηλότερο σκαλί τής έμπρακτης μέριμνας και τής πολιτικής τους; Αλήθεια έκτη: Είναι δυνατόν να έχεις ποιότητα διδασκαλίας στα σχολεία σου με εκπαιδευτικούς ανεπαρκώς καταρτισμένους για την Εκπαίδευση, σκανδαλωδώς ανεπιμόρφωτους και προκλητικά αναξιολόγητους, αλλά και με εκπαιδευτικούς κακοπληρωμένους σε σχέση με το δύσκολο έργο που καλούνται να επιτελέσουν και κοινωνικά υποβαθμισμένους; Μπορείς να έχεις μεγάλες απαιτήσεις χωρίς τις απαραίτητες προϋποθέσεις;
Αλήθεια έβδομη: Θα μπορέσουν ποτέ οι εκάστοτε υπουργοί Παιδείας να περάσουν από τις εξαγγελίες στην πράξη, να λάβουν γενναίες αποφάσεις, να ξεπεράσουν αυτό που- εσφαλμένα συνήθως- εκτιμούν ως πολιτικό κόστος (κυρίως για την προσωπική τους πολιτική καριέρα), να πείσουν με σωστά επιχειρήματα την κυβέρνησή τους και την κοινή γνώμη για ριζικές αλλαγές, να πολεμήσουν τα οργανωμένα συμφέροντα που αντιμάχονται τις αλλαγές και, τέλος, να αποτολμήσουν για μια φορά να παραιτηθούν, διαμαρτυρόμενοι όταν γίνονται όχημα και συνένοχοι για την παιδευτική υστέρηση ενός ολόκληρου λαού;
Αλήθεια όγδοη: Θα αντιληφθούν την ευθύνη τους οι ηγεσίες και τα στελέχη των συνδικαλιστικών οργάνων των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, ώστε - ξεπερνώντας τις κομματικές ιδεολογίες και στάσεις τους και τις προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες τους που προκαλούν την αγανάκτηση των ίδιων των εκπαιδευτικών (ιδίως των νέων) και τής κοινής γνώμης- να μπορέσουν να αρθρώσουν ουσιαστικό, πειστικό, ακομμάτιστο εκπαιδευτικό λόγο; Μπορούν ποτέ να πείσουν κανέναν για τις προθέσεις τους, όταν μονίμως στηρίζουν την ήσσονα προσπάθεια και βρίσκονται συνεχώς στην άρνηση για κάθε ουσιαστική αλλαγή στην Παιδεία μας από όπου και αν προέρχεται; Δεν καταλαβαίνουν ότι έτσι αυτοκαταργούνται στη συνείδηση τού κόσμου και απαξιώνουν εκ προοιμίου τον θεσμικό ρόλο τους;
Αλήθεια ένατη: Κι εμείς στα Πανεπιστήμια που μορφώνουμε τους εκπαιδευτικούς θα αντιληφθούμε τον ρόλο και τις ευθύνες μας για το πόσο καλά ετοιμάζουμε τους αυριανούς εκπαιδευτικούς, όταν αρνούμαστε ή αποφεύγουμε επί χρόνια να εφαρμόσουμε την ψυχοπαιδαγωγική κατάρτιση και ένα ειδικό πρόγραμμα επιστημονικής προετοιμασίας όσων θέλουν να εργαστούν στην Εκπαίδευση; Μήπως πιστεύουμε ότι λύθηκε το πρόβλημα με το ΑΣΕΠ και με τους ειδικούς φροντιστές που έχουν πλέον αναλάβει- με το αζημίωτο- τον ρόλο τής προετοιμασίας των υποψηφίων για τις εξετάσεις τού ΑΣΕΠ, υποκαθιστώντας τα Πανεπιστήμια;
[Επιφυλλίδα του ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ ΣΤΟ ΒΗΜΑ της Κυριακής 5 Σεπτεμβρίου 2010 ]
Με τα αποτελέσματα των εισαγωγικών εξετάσεων στα Πανεπιστήμια, με το προβοκατόρικο 0,9, με τις 22.000 κενά στα σχολεία μας (από συνταξιοδοτούμενους εκπαιδευτικούς κ.ά.), με τις άδειες των Κολεγίων ιδιόχρησης, με..., με..., ξαναθυμηθήκαμε αυτές τις μέρες την Εκπαίδευση. Και αρχίσαμε ξανά τις αναλύσεις και τις ερμηνείες. Περισπούδαστοι εκπαιδευτικοί «αναλυτές», εκφραστές συχνά διαφόρων κομματικών ιδεολογιών και ιδεοληψιών, προβαίνουν σε κοινότοπες αναλύσεις, χωρίς να μπαίνουν στην ουσία των προβλημάτων της Παιδείας μας ή να προτείνουν λύσεις. Και όλα αυτά γιατί δεν μπορούμε (δεν θέλουμε;) σε αυτόν τον τόπο να αντιμετωπίσουμε, με σοβαρό και αποτελεσματικό τρόπο, μείζονα προβλήματα της Παιδείας μας που «σέρνονται» επί χρόνια και γιατί δεν τολμούμε πολιτικοί και πολίτες, εκπαιδευτικοί και γονείς, η ελληνική κοινωνία γενικότερα, να αναλάβουμε τις ευθύνες που μάς αναλογούν, να πιέσουμε, να απαιτήσουμε, να φωνάξουμε να αλλάξει ριζικά το εκπαιδευτικό μας σύστημα και να αποκτήσουμε επί τέλους κι εμείς μια παιδεία ουσίας και ποιότητας. Δεν τολμούμε να δούμε και να πούμε μερικές πικρές αλήθειες. Έτσι έχουμε, τελικά, την παιδεία που μάς αξίζει, που αξίζει στην αδιαφορία, την ολιγωρία και την ακηδία μας.
Αλήθεια πρώτη: Δεν καταλαβαίνουμε ότι έχουμε ένα σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια που έχει τινάξει στον αέρα την καίρια βαθμίδα τηςς Μέσης Εκπαίδευσης, το Λύκειο; Κι αν το καταλαβαίνουμε- που τώρα φαίνεται ότι έστω και αργά άρχισαν να το καταλαβαίνουν όλοι-, τι κάνουμε; Με αχρηστευμένο το Λύκειο πού πάμε;
Αλήθεια δεύτερη: Το υπαρκτό γνωστό πρόβλημα τού (λειτουργικού) αναλφαβητισμού, με αποφοίτους Μέσης Εκπαίδευσης που δεν μπορούν να εκφραστούν προφορικά και γραπτά, δεν το γνωρίζουμε; Μάλλιασε η γλώσσα των εκπαιδευτικών να το επισημαίνουν. Τώρα το καταλάβαμε με το προβοκατόρικο 0,9 (από κάποιον πλακατζή υποψήφιο...) που ανοήτως γενικεύθηκε κι έγινε σημαία απαιδευσίας, παραβλέποντας τις χιλιάδες των πραγματικά αναλφάβητων που συναντάμε γύρω μας;
Αλήθεια τρίτη: Ότι οι μαθητές των σχολείων μας απεχθάνονται το σχολείο, ότι δεν το αγαπούν, δεν τους τραβάει τίποτε στο σχολείο που τους έχουμε φτιάξει, δεν μάς λέει τίποτε;
Αλήθεια τέταρτη: Ότι έχουμε καθιερώσει ένα σύστημα που φορτώνει τους μαθητές με όγκους αναφομοίωτων πληροφοριών, προορισμένων εξ υπαρχής να περάσουν στα τάρταρα τής λήθης και τής απώθησης διά τής οδού τής αποστήθισης, πληροφοριών συχνά εξεζητημένων έως άχρηστων που ποτέ δεν θα γίνουν χρήσιμες επεξεργασμένες γνώσεις οι οποίες θα μείνουν, αυτό δεν μάς γεμίζει με οδύνη και τύψεις για τις ευθύνες μας;
Αλήθεια πέμπτη: Μπορούμε να αισθανόμαστε ήσυχοι, όταν οι ηγεσίες και βασικά στελέχη των πολιτικών κομμάτων και τού πολιτικού μας κόσμου γενικότερα (με πολύ λίγες εξαιρέσεις) ιεραρχούν την Εκπαίδευση, την Παιδεία και τον Πολιτισμό, το τρίπτυχο τής ουσιαστικής ύπαρξης και τής προοπτικής ανάπτυξης κάθε ορθοφρονούντος λαού, στο χαμηλότερο σκαλί τής έμπρακτης μέριμνας και τής πολιτικής τους; Αλήθεια έκτη: Είναι δυνατόν να έχεις ποιότητα διδασκαλίας στα σχολεία σου με εκπαιδευτικούς ανεπαρκώς καταρτισμένους για την Εκπαίδευση, σκανδαλωδώς ανεπιμόρφωτους και προκλητικά αναξιολόγητους, αλλά και με εκπαιδευτικούς κακοπληρωμένους σε σχέση με το δύσκολο έργο που καλούνται να επιτελέσουν και κοινωνικά υποβαθμισμένους; Μπορείς να έχεις μεγάλες απαιτήσεις χωρίς τις απαραίτητες προϋποθέσεις;
Αλήθεια έβδομη: Θα μπορέσουν ποτέ οι εκάστοτε υπουργοί Παιδείας να περάσουν από τις εξαγγελίες στην πράξη, να λάβουν γενναίες αποφάσεις, να ξεπεράσουν αυτό που- εσφαλμένα συνήθως- εκτιμούν ως πολιτικό κόστος (κυρίως για την προσωπική τους πολιτική καριέρα), να πείσουν με σωστά επιχειρήματα την κυβέρνησή τους και την κοινή γνώμη για ριζικές αλλαγές, να πολεμήσουν τα οργανωμένα συμφέροντα που αντιμάχονται τις αλλαγές και, τέλος, να αποτολμήσουν για μια φορά να παραιτηθούν, διαμαρτυρόμενοι όταν γίνονται όχημα και συνένοχοι για την παιδευτική υστέρηση ενός ολόκληρου λαού;
Αλήθεια όγδοη: Θα αντιληφθούν την ευθύνη τους οι ηγεσίες και τα στελέχη των συνδικαλιστικών οργάνων των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, ώστε - ξεπερνώντας τις κομματικές ιδεολογίες και στάσεις τους και τις προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες τους που προκαλούν την αγανάκτηση των ίδιων των εκπαιδευτικών (ιδίως των νέων) και τής κοινής γνώμης- να μπορέσουν να αρθρώσουν ουσιαστικό, πειστικό, ακομμάτιστο εκπαιδευτικό λόγο; Μπορούν ποτέ να πείσουν κανέναν για τις προθέσεις τους, όταν μονίμως στηρίζουν την ήσσονα προσπάθεια και βρίσκονται συνεχώς στην άρνηση για κάθε ουσιαστική αλλαγή στην Παιδεία μας από όπου και αν προέρχεται; Δεν καταλαβαίνουν ότι έτσι αυτοκαταργούνται στη συνείδηση τού κόσμου και απαξιώνουν εκ προοιμίου τον θεσμικό ρόλο τους;
Αλήθεια ένατη: Κι εμείς στα Πανεπιστήμια που μορφώνουμε τους εκπαιδευτικούς θα αντιληφθούμε τον ρόλο και τις ευθύνες μας για το πόσο καλά ετοιμάζουμε τους αυριανούς εκπαιδευτικούς, όταν αρνούμαστε ή αποφεύγουμε επί χρόνια να εφαρμόσουμε την ψυχοπαιδαγωγική κατάρτιση και ένα ειδικό πρόγραμμα επιστημονικής προετοιμασίας όσων θέλουν να εργαστούν στην Εκπαίδευση; Μήπως πιστεύουμε ότι λύθηκε το πρόβλημα με το ΑΣΕΠ και με τους ειδικούς φροντιστές που έχουν πλέον αναλάβει- με το αζημίωτο- τον ρόλο τής προετοιμασίας των υποψηφίων για τις εξετάσεις τού ΑΣΕΠ, υποκαθιστώντας τα Πανεπιστήμια;
[Επιφυλλίδα του ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ ΣΤΟ ΒΗΜΑ της Κυριακής 5 Σεπτεμβρίου 2010 ]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου